Σελίδες

27 Απρ 2012

Yστερόβουλος« αντιλαϊκισμός»

Με το παρόν σημείωμα κλείνει μια ιδιότυπη τριλογία αναρτήσεων, στην οποία αποπειράθηκα να πραγματευθώ το ζήτημα του λαϊκισμού και των επιδράσεων-επιπτώσεων του στην πρόσφατη ιστορική  διαδρομή αλλά και τη ζώσα πραγματικότητα της ελληνικής κοινωνίας.
 Στην κατακλείδα του προηγούμενου σημειώματος ισχυρίσθηκα ότι: «ο λαϊκισμός είναι πολυπρόσωπος και πολυπλόκαμος, διαπερνά οριζόντια  το σύνολο σχεδόν του πολιτικού φάσματος, της λεγόμενης διανόησης και της τέχνης και δεν είναι πάντα εύκολα αναγνωρίσιμος και αντιμετωπίσιμος. Μπορεί να έχει γίνει τρόπον τινά της μόδας να επιτίθεται κανείς στους αντιπάλους του χαρακτηρίζοντας τους λαϊκιστές, οι εύκολες όμως φραστικές καταδίκες δεν αντιμετωπίζουν το φαινόμενο. Είναι δε απολύτως αναποτελεσματικός και ο αφ' υψηλού αντιλαϊκισμός της κοινωνικο-οικονομικής και τεχνοκρατικής ελίτ». Ξαναδιαβάζοντας τις γραμμές αυτές αντιλήφθηκα ότι το κύριο πρόβλημα με τον «αφ’ υψηλού αντιλαϊκισμό» δεν είναι ότι είναι αναποτελεσματικός, αλλά ότι είναι υστερόβουλος.


Το βίαιο ξέσπασμα μιας πρωτόγνωρης σε σφοδρότητα οικονομικής κρίσης βύθισε τη ρηχή ελληνική οικονομία στο βούρκο της ύφεσης και αποδιαρθρώνει τους αρμούς της κοινωνικής μας συγκρότησης. Μια κοινωνία που ήταν επί δεκαετίες ηδονικά παραδομένη -κατά ένα σημαντικό ποσοστό της τουλάχιστον- σε έναν δάνειο ευδαιμονισμό, βυθίζεται πλέον στον ζόφο, την απόγνωση, την -τυφλή ενίοτε- οργή. Στην απόπειρα ερμηνείας των αιτίων, του τι συνέβη και οδηγηθήκαμε ως εδώ αλλά και του ενδεικνυόμενου δρόμου ανάταξης, σύντομα συγκροτήθηκαν δύο σχολές σκέψης, που σιγά-σιγά με τον δογματισμό και τον φανατισμό τους στην υπεράσπιση της μονοδιάστατης ανάλυσης τους, προσέλαβαν χαρακτηριστικά αντιμαχόμενων στρατοπέδων. Οι μεν εστίασαν την ανάλυση τους στις αβελτηρίες του ελληνικού πελατειακού κράτους, οι δε στις ευθύνες της πολιτικής τάξης και την εκτός ελέγχου λειτουργία των αρπακτικών του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος. Οι μεν μιλούν -αν και όχι πάντα ξεκάθαρα- για ένα είδος συλλογικής ενοχής, οι δε θυματοποιούν και αθωώνουν -εξίσου άκριτα- συλλήβδην τον «Λαό». Μοιραία, οι μεν εκλαμβάνουν το Μνημόνιο και τις εκπορευόμενες από αυτό πολιτικές ως επιβεβλημένο -και ηθικά- «καθαρτήριο» της ελληνικής κοινωνίας και ως μοναδική ευκαιρία εκσυγχρονισμού των δομών της, οι δε την αποδοχή του, ως εθνικά προδοτική στάση, που παραδίδει τη χώρα και τις πλουτοπαραγωγικές της πηγές στους ξένους «εισβολείς». Η σχετικά μετριοπαθής, και ρεαλιστική εκτιμώ, προσέγγιση ότι η Ελλάδα ήταν -κυρίως με δική της ευθύνη-ο πιο αδύναμος κρίκος μιας όχι τόσο στέρεας αλυσίδας -ευρωζώνη- που μοιραία έσπασε πρώτος και ότι πέραν του απαραίτητου εξορθολογισμού των κοινωνικών μας δομών, περιορισμού της κρατικής σπατάλης και παραγωγικής αναδιάρθρωσης της οικονομίας, απαιτείται μια διαφορετική αρχιτεκτονική της λειτουργίας του κοινού νομίσματος -πέραν της γερμανικής έμπνευσης αενάου ισοπεδωτικής λιτότητας- αντιμετωπίζεται εκατέρωθεν ως ανεπαρκής και «νερόβραστη». Η -ας την ονομάσουμε σχηματικά έτσι- αντιμνημονιακή οπτική δείχνει να είναι πλειοψηφική -για λόγους που μάλλον δεν χρειάζονται ιδιαίτερη ανάλυση-  και η άλλη πλευρά -η λεγόμενη μνημονιακή- φαίνεται να αντεπιτίθεται με έναν νέου τύπου «αντι-λαϊκισμό».

   Ο επιθετικός αυτός αντιλαϊκισμός εκκινώντας από την κατάρρευση του μεταπολιτευτικού πελατειακού κρατισμού και την ηθική απαξίωση του πολιτικού συστήματος ρητορεύει υπέρ ενός αναπόδραστου υποτίθεται τεχνοκρατικού ελιτισμού, ως μοναδικής λύσης για την έξοδο από την κρίση. Αφού τα κόμματα απέτυχαν οικτρά και λειτούργησαν ως θερμοκήπια διαφθοράς, παραγοντισμού και συντεχνιασμού, θα πρέπει να πάμε σε ένα είδος αριστοκρατικής, τεχνοκρατικής διακυβέρνησης από «επαϊοντες», ειδικούς και «αρίστους», οι οποίοι θα επιλέγονται περίπου ex offício και πάντως όχι κατ’ανάγκην μετά από έκθεση τους στη λαϊκή ψήφο, για να μπορούν υποτίθεται να κάνουν όσα πρέπει να γίνουν «χωρίς το άγχος του πολιτικού κόστους». Εδώ λοιπόν εντοπίζεται η βασική πολιτική ή/και οικονομική υστεροβουλία της προσέγγισης αυτής. Οι «τεχνοκράτες» καλούνται να υπηρετήσουν με το πνευματικό φωτοστέφανο του «ειδικού» και το ηθικό φωτοστέφανο του μη έχοντος πολιτικές φιλοδοξίες («Δεν είμαι πολιτικός», ήταν η πρώτη δήλωση του Πρωθυπουργού, αμά τη αναλήψει των καθηκόντων του) μια, μόνη και συγκεκριμένη πολιτική, η οποία ως (κατά Thatcher) TINA: there is no alternative (δεν υπάρχει εναλλακτική), δεν θα έπρεπε ιδεωδώς να απαιτεί και λαϊκή έγκριση ή τέλος πάντων αυτή να αναβάλλεται ει δυνατόν για χρόνο, κατά τον οποίο θα έχουν παρέλθει οι έκτακτες συνθήκες (περιπτώσεις Ελλάδας και Ιταλίας).

   Η φιλοσοφική τεκμηρίωση του αντιλαϊκισμού των ελίτ έχει πιθανόν τις ρίζες της στην Πλατωνική «Πολιτεία». Ο απογοητευμένος από την παρακμή της Αθηναϊκής δημοκρατίας Πλάτων, προκρίνει την αντίληψη ότι μόνο οι γνωρίζοντες δικαιούνται να έχουν πολιτική άποψη. Οι πολίτες δεν χρειάζεται και δεν πρέπει να ασχολούνται. Θα τα αναλάβουν όλα οι «ειδικοί». Είναι μια αντίληψη που συναντάται υπόγεια με την μαρξιστική-κομμουνιστική ουτοπία της επίλυσης όλων των προβλημάτων από την ανάληψη της εξουσίας και των μέσων παραγωγής από το προλεταριάτο. Είναι μια αντίληψη, που ενώ πλασάρεται ως ορθολογική, στην πραγματικότητα είναι σωτηριολογική-μεσσιανική. Είναι πρωτίστως μια αντίληψη κατάργησης του ανταγωνισμού των απόψεων, κατάργησης της ουσίας της πολιτικής, κατάργησης της ουσίας της δημοκρατίας. Είναι αυτό το σημείο, στο οποίο ο αντιλαϊκισμός των ελίτ συναντάται με τον υποτιθέμενο εχθρό του: τον ισοπεδωτικό λαϊκίστικο αντικοινοβουλευτισμό των πάσης φύσης «αγανακτισμένων»... Tελικώς τα άκρα πάντα συναντώνται.

   Η γραφειοκρατική θεσμική συγκρότηση της ενωμένης Ευρώπης ενισχύει την αίσθηση των Ευρωπαίων πολιτών ότι οι αποφάσεις που αφορούν τη ζωή και το μέλλον τους, λαμβάνονται εν πολλοίς ερήμην τους και τους επιβάλλονται. Η οικονομική κρίση ενισχύει περαιτέρω και  πολλαπλασιάζει το συγκεκριμένο συναίσθημα. Ο άνωθεν επιβαλλόμενος αντιλαϊκισμός των «ειδημόνων», αν υποτεθεί ότι αντιστρατεύεται τον αντιευρωπαϊκό λαϊκισμό, το μόνο που επιτυγχάνει είναι να τον ενισχύει, είτε στην ακρο-δεξιά εθνικιστική είτε στην αριστερίστικη εκδοχή του.

  Ο λαϊκισμός δεν αντιμετωπίζεται από τον «τεχνοκρατισμό» και τη λατρεία της «δημοκρατίας των διευθυντών», μάλλον τρέφεται από αυτά. Η καταγγελία του λαϊκισμού δεν μπορεί εν τέλει να μετατρέπεται σε απόπειρα εξοβελισμού του λαϊκού ως φορέα πολιτικής και δημοκρατικής νομιμοποίησης.

Και μια και ο λόγος για λαϊκό, κλείνω "Με ένα παράπονο" από τον Δημήτρη Μητροπάνο, μια μασίφ λαϊκή φωνή που σίγησε πρόσφατα. (Μουσική: Δήμος Μούτσης, Στίχοι: Νίκος Γκάτσος).




Ιnfo: Δρεπανηφόρος «αντιλαϊκισμός». 
        Από την καταπολέμηση του λαϊκισμού στον εξοβελισμό του λαϊκού. Του Κωστή Παπαϊωάννου.   
        Λαϊκισμός «και άλλα Δαιμόνια». Tου Νίκου Xρυσολωρά.
        Πνεύμα και Ηθική: Υποκρισίας το Ανάγνωσμα. Του Στάμου Κυρζόπουλου
   
        Η πολιτική ξαναγίνεται προφορική υπόθεση. Του Βασίλη Καραποστόλη.      

Υ.Γ. Η εικόνα είναι η "Golconde" του Rene Margritte (1953).

7 σχόλια:

  1. Τόσο ο Λαικισμός όσο και ο Αντι-λαικισμός αποτελούν καταφύγιο όσων δεν θέλουν να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα ή όσων ελπίζουν να τσιμπήσουν σαν κοράκια κάτι ακόμα απο το πτώμα της χώρας.

    Η απο-ιδεολογικοποίηση του οικονομικού προβλήματος της χώρας μας, θα βοηθούσε ενδεχομένως να βγάλουμε επιτέλους κάποια άκρη. Ευτυχώς, ίσως αυτό πραγματοποιηθεί πολύ σύντομα και έτσι ίσως αναγκαστούμε να μιλήσουμε πια σαν φυσιολογικοί άνθρωποι και όχι σαν φερέφωνα ιδεολογιών τις οποίες σπάνια έχουμε μελετήσει και σχεδόν ποτέ καταλάβει.

    Το διεθνές χρηματιστηριακό κεφάλαιο, οι ξένοι τοκογλύφοι, οι πολυεθνικές κλπ απο δώ και πέρα και για πολλά χρόνια ακόμα δεν πρόκειται να ασχοληθούν με την Ελλάδα με κανένα τρόπο. Το αντίθετο. Μετά το PSI οτιδήποτε έχει σχέσει με τη χώρα μας αντιμετωπίζεται σαν μολυσματικός ιός. Πρέπει κάποια στιγμή να συνειδητοποιήσουμε ότι αφαιρέσαμε δια νόμου που ψηφίσαμε εκ των υστέρων το 75% των χρημάτων που μας δάνεισαν διάφοροι αφελείς που δεν υποψιάστηκαν ότι παραποιούσαμε επί δεκαετίες τα βιβλία της Ελλάς ΑΕ. Το γεγονός αυτό θα κρατήσει μακριά απο εμας όλους αυτούς τους τυχοδιώκτες τουλάχιστον για μια γενιά.

    Μετά τις εκλογές θα μας αφήσουν στην ησυχία μας και οι συνεταίροι μας στην ΕΕ, με την εκ μέρους τους καταγγελία της δανειακής σύμβασης λόγω αθέτησης των όρων του μνημονίου. Κατα πάσα πιθανότητα θα διαγράψουμε μονομερώς και τα υπόλοιπα χρέη προς τις κυβερνήσεις της ΕΕ και θα βρεθούμε επιτέλους ελεύθεροι απο όλους αυτούς που επιβουλεύονται την ευημερία, τους μισθούς και τις συντάξεις μας.

    Και τότε τι θα κάνουμε χωρίς βαρβάρους;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Εξαιρετικό. Μπράβο. Πάντως πρέπει να έχουμε υπόψη ότι ο λαϊκισμός δεν είναι πρωτόγνωρο φαινόμενο. Από την αρχαιότητα το έχουμε το φαινόμενο στον πολιτικό λόγο. Μην παραβλέπεις ότι οι δημηγορίες έχουν αποκλειστικά τέτοιο σκοπό (μαζί με το πολιτικό) και για αυτό η ρητορική αποτέλεσε ξεχωριστή τέχνη του λόγου. Ο πλέον λαϊκίστικος γνωστός πολιτικός λόγος είναι ο "Επιτάφιος¨" του Περικλή. Ο Θουκυδίδης είναι η μεγάλη απόδειξη για αυτά που σημειώνω. Το ζητούμενο δεν είναι απλά ο λαϊκισμός, αλλά τελικά οι άμυνες που πρέπει να αναπτύξουμε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Συμφωνώ με το πνεύμα του άρθρου και την αναγκαιότητα κριτικής εγρήγορσης,οποιαδήποτε πολιτική θέση κι αν επιλέγουμε.Συμφωνώ επίσης με την επικριτική στάση προς το πνεύμα της Πλατωνικής Πολιτείας,την οποία πρέπει περισσότερο να προσεγγίζουμε συμβολικά,παρά ως προτεινόμενο πολίτευμα:αν ποτέ υλοποιούνταν,θα ήταν ένας απάνθρωπος ολοκληρωτισμός(προληπτική λογοκρισία των ποιητών/μουσικών,απόκρυψη της αλήθειας από το λαό,ευθανασία των αδύναμων κλπ)! Ο Popper,στην "Ανοιχτή Κοινωνία και τους εχθρούς της" υπήρξε ιδιαίτερα αποδοκιμαστικός προς το Πλατωνικό αποκύημα!
    Αισθάνομαι την ανάγκη όμως να παροτρύνω προς πολιτική επιλογή (επιλογή όχι ταύτιση!).
    Καθώς οι εκλογές πλησιάζουν,ο χρόνος πιέζει.Ακόμη κι αν υπάρχουν ενδοιασμοί "έστω,ανάπηρος δείξε τα χέρια σου" (Αναγνωστάκης).
    Κοινώς,καιρός για Δράση (χωρίς εισαγωγικά...)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. [Μερικές σκέψεις]

    Δεν ξέρω γιατί ο 'λαϊκισμός' έχει αρνητική χροιά. Το ερώτημα αυτό μαζί με το εδώ άρθρο με παρακίνησε να ρίξω μια ματιά στη Wikipedia. Εκεί διαβάζω ότι η λέξη έγινε ρετσινιά μάλλον πρόσφατα.

    Πραγματικά πιο παλιά το τσουβάλι με τις απορριπτέες απόψεις έγραφε 'Συνοδοιπόρος', 'Κουμουνιστής' και άλλα τέτοια κατάλοιπα του Μακαρθισμού. Σήμερα που η Αρκούδα τιθασεύτηκε, τέτοιοι όροι αχρηστεύτηκαν. Έτσι οι θέσεις που προάγουν την πλέμπα (καλές και σαχλές αντάμα) μπαίνουν πλέον στο απαξιωτικό τσουβάλι 'Λαϊκισμός'.

    Συχνά είναι η εύκολη λύση για να αποφύγεις την ανάγκη τεκμηρίωσης της απόρριψης, παρόμοια με άλλες περιφρονητικές γενικότητες τύπου 'Ξένος δάκτυλος', 'Συνωμοσία', 'Θεωρία συνωμοσίας' κ.λπ., με τις οποίες ξεμπερδεύουμε στα γρήγορα.

    Αλλά αν το καλοσκεφτείς, η σύγχρονη πολιτική πρακτική -που αξιοποιεί τη τεράστια πρόοδο της μαζικής ψυχολογίας- βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη κολακεία της μάζας, με χαρακτηριστικότατο παράδειγμα τις προεκλογικές φιέστες στην Αμερική.

    Αυτό δεν είναι καθόλου περίεργο ή καινούργιο. Οφείλεται στη διαπίστωση από τον καιρό του Πλάτωνα ότι στους περισσότερους -για λόγους που θα ξέρουν οι μελετητές της ανθρώπινης νοημοσύνης- υπερτερεί το θυμικό έναντι του λογικού.

    Συνεπώς αν θέλεις να πάρεις τους πολλούς με το μέρος σου πρέπει να χρησιμοποιήσεις ‘χάντρες και καθρεφτάκια’ αντί για δυσνόητες θεωρίες και στατιστικές που είναι κατάλληλες μόνο για μια μειοψηφία (αυτή που εκτιμά ο αριστοκρατικός Πλάτωνας).
    Σε αυτό το πολυπαιγμένο θέατρο, οι χάντρες του αντίπαλου σήμερα λέγονται "λαϊκισμός" ενώ οι δικές σου όχι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Η αντιπαράθεση ανάμεσα στον λαϊκισμό και τον αντιλαϊκισμό (ή ελιτισμό) ήταν και είνα πράγματι μια από τις βασικές παραμέτρους της κρίσης στην Ελλάδα και όχι μόνον, και πολύ σωστά υπογραμμίζεται στο κείμενο (για μια παραπλήσια ανάλυση βλ. και εδώ: http://erroresgraecorum.wordpress.com/2011/11/21/%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%BA%CF%81%CE%AF%CF%83%CE%B7-%CE%B5%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82-%CE%B5%CE%BD%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%AF%CE%BF%CE%BD-%CE%BB%CE%B1/). Οι συγκεκριμένες τάσεις ήταν, άλλωστε, μάλλον εύκολο να αναπτυχθούν σε μια χώρα, όπου είθισται οι ευθύνες να μετατίθενται πάντα στους άλλους. Η τάση αποποίησης των ευθυνών παίζει, δηλαδή, πιθανότατα εξίσου σημαντικό ρόλο με την υστεροβουλία. Συμφωνώ επίσης και με το σχόλιο του minority opinion.

    ΑπάντησηΔιαγραφή