11 Μαΐ 2014

Ευρωσκεπτικιστικός ευρωπαϊσμός

Στην πορεία προς τις προσεχείς ευρωεκλογές εορτάσθηκε, προχθές, 9 Μαϊου, χωρίς ιδιαίτερες τυμπανοκρουσίες -είναι η αλήθεια-, η «ημέρα της Ευρώπης». Στις 9 Μαϊου του 1950, ελάχιστα χρόνια μετά το τέλος του φονικότερου πολέμου στην ανθρώπινη ιστορία (διεξαχθέντος κυρίως επί ευρωπαϊκού εδάφους), ο Γάλλος υπουργός εξωτερικών Σουμάν καλούσε με μια ιστορική δήλωσή του, την περίφημη Διακήρυξη Σουμάν, την ηττημένη Γερμανία και άλλες χώρες της κεντρικής Ευρώπης να θέσουν τις βάσεις  μιας ευρωπαϊκής ομοσπονδίας, θεμελιώνοντας την οντότητα που μετεξελίχθηκε στην σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Παράλληλα, αυτή την εβδομάδα δόθηκαν στη δημοσιότητα τα αποτελέσματα μιας έρευνας διενεργηθείσας σε 12 ευρωπαϊκές χώρες και από την οποία προέκυπτε ότι η πλειονότητα των Ευρωπαίων πολιτών (62% συγκεκριμένα) αδιαφορούν για τις επικείμενες ευρωεκλογές, μόλις το ένα τρίτο αυτών προτίθενται να ψηφίσουν, ευρω-φοβικά κόμματα της άκρας Δεξιάς διεκδικούν με αξιώσεις την πρωτοκαθεδρία στις προτιμήσεις των εκλογέων σε χώρες όπως η Γαλλία, η Μεγάλη Βρετανία και η Ολλανδία, ενώ καταγράφουν σημαντική άνοδο σε όλες σχεδόν τις χώρες της ηπείρου.

   Το πρωτόγνωρων ιστορικών διαστάσεων εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης αποτέλεσε μεν επιλογή των πολιτικών, οικονομικών, κοινωνικών και τεχνοκρατικών ελίτ των ευρωπαϊκών χωρών, αλλά βασίσθηκε σε μεγάλο βαθμό σε ένα ευρύτερο και -εν πολλοίς- κοινό αξιακό υπόβαθρο: στις αρχές της δημοκρατικής συγκρότησης των κοινωνιών, της ισότιμης συμμετοχής των εθνικών κρατών, της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων, της ανεκτικότητας και της ανοχής στη διαφορετικότητα. Το πολιτικό πρόταγμα της ανάγκης ειρηνικής συνύπαρξης, οικονομικής συνεργασίας και πολιτικής αλληλεγγύης των ευρωπαϊκών χωρών πραγματούμενο -εν μέρει έστω- οδήγησε σε δεκαετίες ειρήνης, ανάπτυξης, αυξανόμενης ευημερίας και ασφάλειας για τα εκατοντάδες εκατομμύρια των Ευρωπαίων πολιτών. Εντούτοις η οικοδόμηση μιας κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής και οικονομικής στέγης ήταν και παραμένει ένα εγχείρημα εγγενώς δύσκολο και πολύπλοκο- στα όρια του ουτοπικού, ίσως-, και τα τελευταία χρόνια μοιάζει όλο και λιγότερο θελκτικό για όλο και περισσότερους πολίτες, όχι μόνο στις βαρύτερα πληττόμενες από την κρίση κοινωνίες του ευρωπαϊκού Νότου, αλλά -περισσότερο ενδεχομένως- και στις πιο εύρρωστες οικονομικά χώρες του Βορρά. Αν θέλει κανείς να αποτιμήσει ρεαλιστικά τις διαμορφούμενες πολιτικές ισορροπίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο και ανεξάρτητα από τις προσωπικές του πεποιθήσεις σε σχέση με την ΕΕ, οφείλει να παραδεχθεί το προφανές: ουδέποτε η ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης δεν ήταν λιγότερο δημοφιλής, ουδέποτε ο κοινός ευρωπαϊκός δρόμος δεν φάνταζε λιγότερο κοινός και περισσότερο αδιέξοδος.

   Από πολλούς η κατάσταση αυτή αποδίδεται στην οικονομική κρίση και εκφράζεται η συγκρατημένη αισιοδοξία ότι είναι αναστρέψιμη μόλις αρχίσει η -νομοτελειακή κατά την άποψή τους- οικονομική ανάκαμψη. Από άλλους πάλι η ίδια η κρίση, και πάντως η ένταση και η παρατεινόμενη διάρκειά της, αποδίδεται στην ΕΕ, τις επιλογές του γραφειοκρατικού «ευρω-ιερατείου» των Βρυξελλών, στην ηγεμονική συμπεριφορά της Γερμανίας, στην κατίσχυση του χρηματο-πιστωτικού κεφαλαίου επί των κυβερνήσεων και της πολιτικής εξουσίας ή/και στο κοινό νόμισμα. Κατά την άποψή μου, και οι δύο ερμηνείες είναι μονομερείς και ως εκ τούτου ατελείς: ούτε η κρίση ευθύνεται αποκλειστικά για τα πολιτικά αδιέξοδα της ΕΕ, ούτε η ενωμένη Ευρώπη ή το Ευρώ έφεραν την κρίση. Οι αδυναμίες και οι ατέλειες της πορείας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης είχαν διαφανεί από καιρό, άσχετα αν αγνοούνταν ή παραβλέπονταν, όσο ο Νότος και η ευρω-περιφέρεια απολάμβαναν την αγοραστική αξία και τον φθηνό δανεισμό του ισχυρού νομίσματος και ο βιομηχανικός Βορράς το βάθος και την έκταση μιας τεράστιας αγοράς για τα προϊόντα του.  «Το κάρο μιας άτσαλης και θεσμικά ανολοκλήρωτης νομισματικής ενοποίησης μπήκε μπροστά από το άλογο της ευρωπαϊκής πολιτικής ενοποίησης με τη συγκρότηση μια δημοκρατικά οργανωμένης ομοσπονδίας». Το ξέσπασμα της κρίσης αποκάλυψε όσα η παρελθούσα ευημερία εν μέρει συγκάλυπτε: τα σημαντικά ελλείμματα δημοκρατικής νομιμοποίησης στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων, την αναποτελεσματική, δυσκίνητη και γραφειοκρατική συγκρότηση των ευρωπαϊκών θεσμών, την ασύμμετρη αρχιτεκτονική του κοινού νομίσματος, την έλλειψη ιστορικής οπτικής των ευρωπαϊκών ηγεσιών. Η ενωμένη Ευρώπη δεν αντέδρασε στην κρίση ούτε ως ενωμένη, ούτε ως Ευρώπη. Διστακτικές, άτολμες, καθυστερημένες αποφάσεις, εγκατάλειψη του φεντεραλισμού και επικράτηση ενός κυνικού διακυβερνητισμού με γερμανική επικυριαρχία, έδωσαν το στίγμα. Υιοθετήθηκε μια δογματικά μονεταριστική αντίληψη -τη στιγμή ακριβώς που εγκαταλείπονταν από τους πολύ πιο ευέλικτους και ρεαλιστές Αμερικανούς- που επιβλήθηκε με εκβιαστικές πολιτικές άνωθεν επιβολής και ακατάσχετα ηθικολογούσα ρητορεία . Το πολιτικό και ψυχολογικό χάσμα Βορρά-Νότου διευρύνθηκε (και μάλιστα σε επίπεδο κοινωνιών), αφοριστικές στερεοτυπικές  περιχαρακώσεις επικράτησαν, φανατισμοί και εθνικισμοί ενισχύθηκαν, ξεχασμένα μίση ξαναξύπνησαν. Η επίκληση των εννοιών της αμοιβαιότητας, της αλληλεγγύης, της σύγκλισης, της αναζήτησης κοινών τόπων και ελάχιστων κοινών παρονομαστών εγκαταλείφθηκαν ακόμη και σε ρητορικό επίπεδο. Η ήπειρος χωρίσθηκε σε «νικητές και ηττημένους», σε «συνεπείς και αφερέγγυους», σε «εργατικούς και ρέμπελους», σε «συνετούς και σπάταλους». Οι οικονομίες και οι κοινωνίες του Νότου (προεξαρχούσης της χώρας μας) βυθίσθηκαν στην ύφεση και καταδικάσθηκαν σε αιμορραγία κεφαλαίων και εγκεφάλων, οι πολίτες του Βορρά -την ίδια στιγμή- αισθάνονται ότι ματαίως επιδοτούν την αφροσύνη των «καλοπερασάκηδων» της Μεσογείου, οι μεσαίες τάξεις συμπιέζονται, η ανεργία των νέων αποκλείει μια ολόκληρη γενιά και απονευρώνει από δυναμισμό και καινοτομία την ευρωπαϊκή οικονομία και κοινωνία. Στις συνθήκες αυτές η αναφορά στο «ευρωπαϊκό ιδεώδες» ή στο «ευρωπαϊκό κοινωνικό κεκτημένο» προκαλεί σε πολλούς -πληβιοποιημένους και μη- συμπολίτες από θυμηδία έως και οργή.

   Οι Ευρωπαίοι που προβληματίζονται ή/και αντιδρούν στη διαμορφούμενη κατάσταση και τις επιβαλλόμενες πολιτικές, οι νέοι που αποστασιοποιούνται στην απογοήτευση της ανεργίας, οι συντηρητικοί πολίτες που ανησυχούν για την τύχη και τον ρόλο των εθνικών αστικών κρατών στο ενοποιημένο ευρωπαϊκό σύστημα δεν μπορούν να «τσουβαλιάζονται» ως «ευρω-σκεπτικιστές» και να απαξιώνονται από τους πάσης φύσεως «φωταδιστές» ως πολιτικά αποσυνάγωγοι. Είναι η ασφαλέστερη μέθοδος για να οδηγηθούν -όπως και εν πολλοίς συμβαίνει- στην αγκαλιά των πάσης φύσεως ακροδεξιών.

   Η δημογραφικά γηράσκουσα Ευρώπη θα κληθεί στις επόμενες δεκαετίες να αντιμετωπίσει προβλήματα μεγαλύτερα ίσως και από τη σημερινή κρίση: εκρηκτική δυναμική των ασφαλιστικών συστημάτων, κατάρρευση των μεταπολεμικών συστημάτων πρόνοιας, συνεχιζόμενη ενεργειακή εξάρτηση, ανηλεή ανταγωνισμό με τους παραδοσιακούς και τους ανερχόμενους οικονομικούς γίγαντες, ενδεχόμενη γεωπολιτική αποσταθεροποίηση στα ανατολικά και νότια σύνορα της. Η Γερμανίδα καγκελάριος έθεσε προ ετών το πρόβλημα σε ρεαλιστική βάση: «Η Ευρώπη έχει το 7% του παγκόσμιου πληθυσμού, το 25% του παγκοσμίου Α.Ε.Π. και το 50% των παγκόσμιων κοινωνικών δαπανών». Ορθή η διάγνωση της σιδηράς Frau, οικονομικά άστοχη, κοινωνικά αποδιαρθρωτική και πολιτικά επικίνδυνη αποδείχθηκε η θεραπεία της τιμωρητικής λιτότητας που επέβαλε.

   Προσωπικά πίστευα και εξακολουθώ να πιστεύω στην προοπτική της ενωμένης Ευρώπης. Σήμερα μάλιστα και σε συνθήκες παγκοσμιοποιημένου ανταγωνισμού φαντάζει επιτακτικότερη ανάγκη απ'ότι μερικές δεκαετίες πριν. Χρειάζεται περισσότερη, συνεκτικότερη, δημοκρατικότερη Ευρώπη. Υπό την έννοια αυτή είναι νομίζω χρήσιμος -αυτός που αποκαλώ- ο ευρωσκεπτικιστικός ευρωπαϊσμός (ή αν θέλετε ο φιλοευρωπαϊκός ευρωσκεπτικισμός), ως ρεύμα σκέψης και πολιτικής δράσης που πιέζει για βαθύτερη και ουσιαστική ευρωπαϊκή ενοποίηση: κοινή πολιτική άμυνας και ασφάλειας, ομοσπονδιακό σύστημα φορολόγησης, ενιαίο ευρωπαϊκό οργανισμό κοινωνικής ασφάλισης, πραγματική τραπεζική ενοποίηση, ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα για τους ευρωπαίους πολίτες, κοινή πολιτική επιδότησης των ανέργων, αναπτυξιακά ευρω-ομόλογα, αλλά κυρίως μια αντιπροσωπευτικότερη θεσμική συγκρότηση που συνδυάζει την περαιτέρω ομοσπονδιοποίηση με τον ενισχυμένο σεβασμό στις επιλογές και τις ιδιαιτερότητες των τοπικών κοινωνιών.

   Δεν είναι εύκολο, είναι πιθανώς ουτοπικό, ίσως όμως αξίζει την προσπάθεια.


Info:Οι κίνδυνοι του έτους 2014. Του Wolfgang Münchau-Spiegel on line.

       Νέες ευρωπαϊκές προκλήσεις. Του Κώστα Ιορδανίδη.
     
       Ναι στην ενοποίηση, όχι στην ευρωμαρμελάδα. Του Χρήστου Γιανναρά.

       Ο δρόμος στην Ε.Ε. είναι μπρος και πίσω. Του Νίκου Κωνσταντάρα.

       Οι ΗΠΑ ανακάμπτουν, η Ευρωζώνη ασθμαίνει. Του Γιάννη Παλαιολόγου.

      

4 σχόλια:

  1. Η αδιαφορία της πλειοψηφίας των Ευρωπαίων οφείλεται απλούστατα στο γεγονός ότι οι Ευρωεκλογές αφορούν την Ευρωβουλή, ένα πλαδαρό σώμα με κύρια αποστολή του το να δίνει προσχηματικό άλλοθι στο πλουτοκρατικό ιερατείο που παίρνει τις ουσιαστικές αποφάσεις πίσω από κλειστές πόρτες χωρίς καμία δημοκρατική νομιμοποίηση.

    Τα "ελλείμματα δημοκρατικής νομιμοποίησης στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων" είναι και η κύρια αιτία της ευρωπαϊκής αποσύνθεσης που αν αφεθεί χωρίς αντίδραση θα οδηγήσει βαθμιαία και στη de facto ακύρωση της Γαλλικής Επανάστασης.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Είναι πολύ σημαντική η παρατήρηση η ότι «δεν μπορούν να «τσουβαλιάζονται» ως «ευρω-σκεπτικιστές» και να απαξιώνονται από τους πάσης φύσεως «φωταδιστές» ως πολιτικά αποσυνάγωγοι» όλοι όσοι εκφράζουν απαισιοδοξία ή και οργή για τα τεκταινόμενα στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια. Και είναι ένα μεγάλο πρόβλημα ότι τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες χώρες δεν έχουν συγκροτηθεί σοβαρά ευρωσκεπτικιστικά κόμματα, που θα συνεισέφεραν ουσιαστικά στην ποιότητα και επιχειρηματολογίας και των ευρωπαϊστών. Φυσικά, ο φιλοευρωπαϊκός ευρωσκεπτικισμός μπορεί να πάρει διάφορες μορφές. Μία από αυτές είναι η υποστήριξη του μοντέλου των Ηνωμένων Εθνών της Ευρώπης, δηλαδή μιας Ε.Ε. χωρίς όμως κοινό νόμισμα και άλλες, πιο ενοποιητικές διαδικασίες. Προσωπικά, και μακάρι να κάνω λάθος, δεν βλέπω άλλο τρόπο που θα μπορούσε να αποσυμπιέσει τις βαθιές ενδοευρωπαϊκές εντάσεις που έχουν διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή