13 Δεκ 2012

«Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος όπως τον γνώρισα»



Σαν σήμερα, πριν από 110 χρόνια, γεννήθηκε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, μια από τις σημαντικότερες πολιτικές και πνευματικές φυσιογνωμίες του τόπου στον προηγούμενο -τουλάχιστον- αιώνα. Ο Κανελλόπουλος δραστηριοποιήθηκε πολιτικά από την πρώτη του νεότητα και αδιαλείπτως έως το πέρας του βίου του και ταυτόχρονα παρήγαγε ένα συγκλονιστικό στον όγκο, το εύρος και την ποιότητα του πνευματικό και συγγραφικό έργο, ένα έργο κυριολεκτικά παγκόσμιας εμβέλειας. Από όποια σκοπιά κι αν προσεγγίσει κανείς τη ζωή και τη δράση του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, δεν μπορεί παρά να σταθεί με θαυμασμό στον μοναδικό τρόπο με τον οποίο συνδύασε την ιδιότητα του μαχόμενου πολιτικού ανδρός με αυτήν του βαθυστόχαστου διανοητή.  Παθιασμένος και ταυτόχρονα στοχαστικός, φλογερός και ταυτόχρονα εμβριθής, μαχητικός και ταυτόχρονα συναινετικός, ανυποχώρητος και ταυτόχρονα συμφιλιωτικός, έχαιρε εκτίμησης και σεβασμού από φίλους και αντιπάλους.

   Παρακολουθώντας κανείς τις τοποθετήσεις στο Κοινοβούλιο, την αρθρογραφία, τις συζητήσεις στα Μ.Μ.Ε., τις αιτιάσεις, τους δημόσιους διαξιφισμούς των συγχρόνων πολιτικών, είναι δύσκολο να μην καταθλιβεί από το απίστευτα χαμηλό επίπεδο, την ανυπαρξία πνευματικής συγκρότησης, την επιθετική αγένεια και την εν γένει απαιδευσιά της θλιβερά αυξανόμενης πλειονότητας αυτών. Η απουσία πολιτικών προσωπικοτήτων ικανού πνευματικού διαμετρήματος και ανεπίληπτου ήθους φαντάζει αυτή την πολύ δύσκολη εποχή περισσότερο εκκωφαντική από ποτέ.

   Η εταιρεία φίλων Παναγιώτη Κανελλόπουλου διοργάνωσε τον περασμένο Νοέμβριο επιστημονικό συνέδριο για τη ζωή και το έργο του. Οι εργασίες του συνεδρίου έλαβαν χώρα στην μεγάλη αίθουσα της Παλαιάς Βουλής και θα ήθελα σήμερα να παρουσιάσω ένα απόσπασμα της ομιλίας που εκφώνησε ο Σπήλιος Λιβανός (μικρανηψιός του Παναγιώτη Κανελλόπουλου) με τίτλο: «Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος όπως τον γνώρισα».
Ευχαριστώ τον Σπήλιο (που είναι για μένα ...αδελφός) για την ευγενή του καλοσύνη να μου παραχωρήσει το παρακάτω κείμενο.


«...Συχνά αναρωτιέμαι, για το ποια θα ήταν σήμερα η συμβουλή του σε έναν προβληματισμένο ή αγανακτισμένο πολίτη, που θα επεδίωκε να εισέλθει στην ενεργό πολιτική για να γκρεμίσει ότι σάπιο υπάρχει στο πολιτικό σύστημα. Ο Κανελλόπουλος, είμαι βέβαιος, θα συμβούλευε κάθε Έλληνα με ανιδιοτελή ευγένεια και διάθεση για προσφορά,  να συμμετάσχει ενεργά! Θα τον παρότρυνε με θέρμη να αγωνιστεί για τον επαναπροσδιορισμό των αξιών και των προτεραιοτήτων της ελληνικής κοινωνίας. Θα τον παρότρυνε με πάθος να αγωνιστεί για τον επαναπροσδιορισμό των αρχών και των στοχεύσεων της Ε.Ε. Πιστεύω πως για ’κείνον, η πολιτική δεν ήταν μια επιλογή φιλοδοξίας. Ήταν υποχρέωση έναντι: αφενός της ιστορικής μας κληρονομιάς και αφετέρου των επόμενων γενεών. Ο  Κανελλόπουλος ήταν ένα ον πολιτικό. Σοφό και μετρημένο, αλλά πάντως ολοκληρωτικά πολιτικό. Τα πάντα στη ζωή του ήταν πολιτικά. Η στάση του, η επιστημοσύνη του, η λογοτεχνία του, η ποίησή του, ακόμη και η ίδια του η ανάσα.  Πολιτικά, όμως, με τη λαμπρή έννοια της αρχαιοελληνικής σκέψης. Με την ηθική έννοια της πολιτικής, που διαπνέει  το στοχαστικό έργο του «Επιστολές στους Προγόνους μου». Ξεχωρίζει στο αισθαντικό αυτό κείμενο, που σημειώνω ότι γράφτηκε στους πρώτους μήνες της απριλιανής δικτατορίας, εννιά ιστορικές προσωπικότητες, μεταξύ των οποίων τον Σόλωνα, τον Σοφοκλή και τον Αριστείδη, διάφορες μεταξύ τους στο χώρο, στο χρόνο και στον τρόπο που έζησαν∙ παρόμοιες, όμως, ως προς την υπαρξιακή και βιωματική τους σχέση μαζί του.
Μέσα από τις ιστορικά ενοραματικές αυτές επιστολές ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος αναδεικνύει το ήθος, το πνεύμα και τη γενναιότητα, ως τις αρετές που ο ίδιος, τόσο στο θεωρητικό, όσο και στο πολιτικό του βίο, διακόνησε δίχως εκπτώσεις και αναστολές.
Λέει, σχετικά, σε ένα αυτοβιογραφικό του κείμενο:

«Το μόνο ασφαλές κριτήριο ενός πολιτικού είναι να αδιαφορεί για την επιτυχία του και να επιδιώκει να είναι συνεπής προς τις πεποιθήσεις του. Έτσι, ακόμη και αν  δεν ανέβει ψηλά, το βέβαιο είναι ότι, τουλάχιστον,  δεν θα πέσει χαμηλά».



Ο πνευματικός του πλούτος, η ολοκληρωτική του αυταπάρνηση, η ηθική του συνέπεια και η άρνησή του σε κάθε είδος συμβιβασμού, οδηγούν - διαχρονικά κάποιους - στη διατύπωση μιας ύποπτης, αν όχι στοχευμένης άποψης, ότι ο Κανελλόπουλος τάχα βίωνε έναν «υπαρξιακό διχασμό». Ότι  δεν ήταν πολιτικός, αλλά διανοούμενος, και ότι το διττό της προσωπικότητάς του, του στέρησε μεγαλύτερη δόξα.
 Η τοποθέτηση αυτή, φίλες και φίλοι, είναι ψευδεπίγραφη. Ας αφήσουν οι - πάσης φύσεως - αναλυτές τον δημόσιο αυτό άνδρα να κριθεί από την ίδια την ιστορία. Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο ίδιος μας πείθει για την υπαρξιακή του αρμονία λέγοντας σε μια μακροσκελή βιογραφική του συνέντευξη:  

«Τίποτε δεν με εμπόδισε να συμφιλιώσω άνετα μέσα μου τη δράση στη πολυθόρυβη πολιτική  αγορά με τη σιωπή του πνευματικού ερημητηρίου, με την έρευνα και την συγγραφική  δραστηριότητα».

Και σε ένα άλλο κείμενό του, με αποστομωτική ειλικρίνεια, προτρέπει τους πνευματικούς ανθρώπους να εκτεθούν στους κινδύνους των αγώνων, πολιτικών και άλλων.

«Δεν φταίνε», λέει, «πάντοτε οι πολιτικοί, αν δεν είναι φιλόσοφοι.
Φταίνε οι φιλόσοφοι που δεν γίνονται πολιτικοί».   

Τολμώ να πω πως τα λόγια αυτά είναι η επιτομή της φιλοσοφίας και της συνεπούς πορείας ενός νηφάλιου πολιτικού και ενός ακτιβιστή φιλοσόφου, που υπηρέτησε με συνέπεια και στωικότητα δυο δύσβατους - συχνά  δυστυχώς -  αντικρουόμενους δρόμους: αυτούς του πνεύματος και της πολιτικήςΠόσο... επίκαιρος φαντάζει σήμερα αυτός ο προφητικός λόγος. Σε μια εποχή πανευρωπαϊκής οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, εγχώριου ιδεολογικού και αξιακού κενού, τα λόγια του αντηχούν σαν το τελευταίο καμπανάκι πριν το τέλμα. Επιτρέψτε μου να κάμω μια προβολή στο ονειρικό, λέγοντας πως αν ζούσε σήμερα ο αείμνηστος Πρόεδρος, δεν θα δίσταζε είτε από το βήμα της Βουλής, που τόσο αγάπησε, είτε μέσα από την αρθρογραφία του στον τύπο, είτε μέσω των νέων τεχνολογιών  να τεθεί επικεφαλής μιας προσπάθειας ανασυγκρότησης της ανύπαρκτης – στα δημόσια πράγματα σήμερα - πνευματικής μας ηγεσίας. Πόσο βαθύ είναι σήμερα το κενό και πόσο ηχηρή η απουσία των διανοουμένων σε μια στιγμή που η πατρίδα μας τους έχει τόσο πολύ ανάγκη; 
Επιτρέψτε μου σ’ αυτό το σημείο, αγαπητοί σύνεδροι, να αναρωτηθώ φωναχτά: Ποιος είναι ο - κατά τον Γεώργιο Ράλλη - αναγεννησιακός άνθρωπος του αιώνα μας, ο αληθινός Έλληνας στη σκέψη και φλογερός πατριώτης στην ψυχή; 
Είναι ο αγαπημένος ανηψιός του εκτελεσθέντος, από φανατική ομάδα Βενιζελικών, Πρωθυπουργού Δημητρίου Γούναρη, που ως νεαρός καθηγητής κοινωνιολογίας,  31  μόλις χρόνων, δέκα περίπου έτη μετά την εκτέλεση του θείου του, διδάσκει την εθνική ενότητα σε αμφιθέατρα του Πανεπιστημίου Αθηνών,που ξεχειλίζουν από τη γεμάτη δίψα για γνώση και δημοκρατία νεολαία της Αθήνας.
Είναι ο πολιτικός ηγέτης που κάνει διαχρονικά πράξη τα υπερβατικά λόγια του:

«Ποτέ στη ζωή μου, λέει, δεν λογάριασα τι είναι σκόπιμο και τι ωφέλιμο για μένα,
υπό την έννοια του προσωρινού και αθέμιτου κέρδους.
Θεώρησα πάντα καθήκον μου να παίρνω τη θέση εκείνη,
η οποία ανταποκρινόταν στις υπαγορεύσεις της συνειδήσεως μου».

Είναι ο εξόριστος δημοκράτης πολιτικός, που ζητά από τον δικτάτορα Μεταξά να επιστρατευτεί σαν απλός οπλίτης στο αλβανικό μέτωπο ορίζοντας, χωρίς περιστροφές, τα χαρακτηριστικά του πολιτικού:

«Ένας πολιτικός», λέει ο Κανελλόπουλος, «πρέπει να έχει ολοκληρωμένο χαρακτήρα και όχι μορφωτικά εφόδια ορισμένου είδους. Πρέπει να ενδιαφέρεται περισσότερο για τα κοινά, παρά για την ιδιωτική του ζωή, ή για ορισμένη σφαίρα κοινωνικής δραστηριότητας. Πρέπει να συνδέεται με την ψυχή του λαού με κάποια “εκλεκτική συγγένεια”. Πρέπει να είναι θαρραλέος, ικανός να παίρνει αποφάσεις, αλλά και να αψηφά κινδύνους. Ο πρώτος κίνδυνος που πρέπει να αψηφάει ο πολιτικός, είναι ο κίνδυνος της αποτυχίας. Πάνω απ’ όλα, όμως, πρέπει να είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει γαλήνια και τον έσχατο των κινδύνων, εκείνον που μπορεί να του στοιχίσει ακόμη και την ίδια του τη ζωή».

Είναι ο νεαρός πολιτικός που το 1935 κλείνει ερμητικά τα αυτιά του στις τιμητικές προτάσεις του αρχηγού του Λαϊκού Κόμματος,  και ιδρύει το Εθνικό Ενωτικό Κόμμα, προσπαθώντας με το παράδειγμα αυτοθυσίας του να υπερβεί τον Εθνικό Διχασμό. 
Είναι ο αισιόδοξος ποιητής που αφού έχει διατελέσει υπουργός, αντιπρόεδρος και πρόεδρος της ελληνικής κυβέρνησης για περίπου 15 χρόνια, ανοίγει διάλογο με το Φρειδερίκο Νίτσε λέγοντάς του:

«Δεν λέω πως η ηγεσία δεν είναι στον κόσμο αναγκαία.  Όπως, όμως, την ασκούν οι ηγέτες του κόσμου τούτου, είναι δείγμα αδυναμίας∙ οι ηγέτες είναι πολύ πιο αδύνατοι από κείνους που ακολουθούν...Η αληθινή ηγεσία,  εκείνη που είναι πραγματικά αναγκαία στον κόσμο, δεν διατάζει, αλλά δίνει το παράδειγμα!»
Είναι ο πρωθυπουργός της Ελλάδας που φυλακίζεται  καθ’ όλη τη διάρκεια της δικτατορίας. Κι όταν στη μεταπολίτευση, τόσο ο Καραμανλής όσο και ο  Παπανδρέου, τον προτείνουν για Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας που τόσο λάτρεψε και υπηρέτησε, εκείνος αρνείται με συστολή την θεσμική εξουσία που του προσφέρεται, αρκούμενος μόνος στην αναγνώριση του απλού κόσμου.

Στον ίδιο πνευματικό χρόνο και αντί άλλης εξήγησης, γράφει προς τον Αθηναίο Σόλωνα:

«Εσύ έφερες στον κόσμο το Μέτρο, δώρο που δεν το ζήτησε κανένας και που γι' αυτό αξίζει περισσότερο από όλα τα άλλα δώρα».

Είναι ο φιλόσοφος, ο αιώνιος έφηβος, ο πιο Ευρωπαίος μεταξύ των Ελλήνων, κατά τον Κωνσταντίνο Τσάτσο, που εργάζεται ακατάπαυστα, επί χρόνια, για να  παραδώσει στους νέους ολάκερου του κόσμου την δωδεκάτομη «Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος», ανοίγοντας για τις ψυχές τους τις πύλες της μόνης ουσιαστικής δημοκρατίας∙ της δημοκρατίας της γνώσης και του πολιτισμού.
Είναι ο πρωτοποριακός ηγέτης, ο οποίος αψήφησε στη μακρά  πορεία του την ομαδοποίηση και το μιμητισμό, ωθώντας τους Έλληνες – ακόμη κι όταν εκείνοι δεν τον καταλάβαιναν – στη δημιουργία και στην αυτοδιάθεση:  

«Όποιος με διαβάσει», έλεγε, «δεν θέλω να πεισθεί από μένα και να ακολουθήσει το δρόμο μου. Θέλω, αφού με διαβάσει, να πείσει ο ίδιος τον εαυτό του και να ακολουθήσει το δικό του δρόμο. Δεν θέλω να ’μαι ο οδηγός των άλλων. Έχει μεγάλη σημασία να γίνει ο καθένας οδηγός του εαυτού του.»

Τι σοφές και διαχρονικά επίκαιρες πεποιθήσεις...

1 σχόλιο: