Κατά έναν πολύ ενδιαφέροντα ορισμό: κρίση είναι η περίοδος εκείνη, όπου το παλιό πεθαίνει και το νέο δεν έχει ακόμη γεννηθεί. Ότι και όσα βιώνουμε την τελευταία τριετία έχουν, νομίζω, τα χαρακτηριστικά αυτά. Το ατυχούς αισθητικού και σκηνικού στυλιζαρίσματος διάγγελμα ενός –κυριολεκτικά- εκτός τόπου και χρόνου Πρωθυπουργού από τη νησιωτική εσχατιά μιας βυθιζόμενης πατρίδας συμπυκνώνει συμβολικά το τέλος μιας εποχής ευδαιμονίας χωρίς υγιείς παραγωγικές βάσεις και την έναρξη μιας περιόδου σπάνης χωρίς ελπίδα. Η χώρα βρέθηκε στη θέση του πιο αδύναμου κρίκου μιας καθόλου στέρεας -ευρωζωνικής- αλυσίδας, και σε μια συγκυρία ανυπαρξίας αντάξιων των περιστάσεων πολιτικών ηγετών, σε ελληνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, οδηγήθηκε, άνευ βιώσιμου σχεδίου και αντιρρήσεων στον μονόδρομο-αδιέξοδο του μνημονίου. Αργήσαμε να αντιληφθούμε τι ερχόταν, δεν αναλύσαμε ψύχραιμα και απροκατάληπτα τα αίτια, δεν σταθμίσαμε στρατηγικά τις προοπτικές και τις εναλλακτικές, ψυχοπνευματικά απαράσκευοι και αξιακά ασπόνδυλοι παραδοθήκαμε χωρίς σοβαρή αντίδραση –πλην του σπασμωδικού μηδενισμού των «αγανακτισμένων»- σε μια επιβληθείσα πολιτική που σωρεύει καθημερινά νέα οικονομικά και κοινωνικά ερείπια .
Εντούτοις, τα τρία αυτά χρόνια, έστω και εξ ανάγκης, αναπτύχθηκε, ένας όχι πάντα γόνιμος, αλλά, έτσι κι αλλιώς , αναγκαίος προβληματισμός για σημαντικά ζητήματα που στον καιρό της δανεικής ευημερίας δεν πολυαπασχολούσαν τον δημόσιο διάλογο. Ο θεμελιώδης, από τη συγκρότηση του ελλαδικού κράτους και εντεύθεν, ιδεολογικός, πολιτικός, πολιτισμικός -εν τέλει- διχασμός ως προς την ταυτότητα και τον προσανατολισμό της ελληνικής κοινωνίας προς τη Δύση ή την «καθ’ημάς Ανατολή», η στενά προσοδοθηρική και αμφίπλευρα –και από τους «Ευρωπαϊστές» και από τους «Ευρωσκεπτικιστές»- βαθειά επαρχιώτικη, ελλαδική αντίληψη της Ευρώπης, η «δύσκολη» σχέση ατομικής ελευθερίας και συλλογικότητας, η ανησυχία για την διαρκώς επιτεινόμενη καλλιέργεια εκβιαστικών προσεγγίσεων και διχαστικών λογικών, η αγωνία για τη διαμόρφωση των όρων μετατροπής του περίφημου κοινωνικού αυτοματισμού σε κοινωνικό κανιβαλισμό με τους πάντες να στρέφονται εναντίον όλων, η βίαιη πολιτική απονομιμοποίηση της πολιτικού κόσμου της χώρας μετά τη διάρρηξη του ανομολόγητου κοινωνικού συμβολαίου άρχουσας τάξης-μικρομεσαίας θάλασσας, ενός συμβολαίου αμοιβαίας ανοχής διαφορετικής –είναι η αλήθεια- κλίμακας διαφθοράς, παραβατικότητας και ανομίας, η ανισοβαρής σχέση δημοκρατικών θεσμών και χρηματοπιστωτικής αγοράς, η σχέση -τελικά- δημοκρατίας και «αγορών», «ανταγωνιστικότητας» και κοινωνικοπολιτικής σταθερότητας και, τέλος, η αδήριτη ανάγκη ενδελεχούς ενδοσκόπησης και ειλικρινούς αυτοκριτικής, είναι θέματα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τέθηκαν και συζητήθηκαν, όπως ποτέ παλιότερα. Συζητήθηκαν βέβαια με περισσότερες κραυγές απ’ότι επιχειρήματα, με μετωπικές αντιπαραθέσεις σε μια λογική φωτός-σκότους.
Οι πάσης φύσεως και απόχρωσης «αντιμνημονιακοί»
έχουν δίκιο, όταν περιγράφουν την οικονομική απερήμωση και την κοινωνική
ισοπέδωση που έχουν επισυμβεί τα χρόνια αυτά στην Ελλάδα. Η καταστροφή μοιάζει
να είναι το αποτέλεσμα ενός πολέμου. Οι «μνημονιακοί», πάλι, -οι όροι αυτοί
(μνημονιακός-αντιμνημονιακός, γενικώς δεν μου αρέσουν, κυρίως δεν μου αρέσει η
μανιχαϊστική-διχαστική λογική τους, αλλά τους χρησιμοποιώ σχηματικά), οι
«μνημονιακοί» λοιπόν έχουν και αυτοί δίκιο, όταν λένε ότι κανένα άλλο συνολικό
και ρεαλιστικό σχέδιο δεν υπάρχει στο τραπέζι.
Ίσως το μόνο στο οποίο συμφωνούν, οι μεν και οι
δε, είναι, ότι χρειάζεται ένα «εθνικό, δικό μας, σχέδιο, παραγωγικής
ανασυγκρότησης της χώρας, αποτελεσματικότερης οργάνωσης των κρατικών δομών και
δικαιότερου επιμερισμού των επιπτώσεων της κρίσης στους πολίτες»,
ένα ούτως ειπείν «εθνικό σχέδιο εξόδου από την κρίση».
Συμφωνούν, αλλά αδυνατούν και να το επεξεργασθούν
και να το παρουσιάσουν πειστικά και πολύ περισσότερο να βρουν τους ελάχιστους,
εκείνους, κοινούς παρονομαστές που θα τους κάνουν να συγκλίνουν στοιχειωδώς, να
ενώσουν τις δυνάμεις τους και να εμπνεύσουν και στους πολίτες στοιχειώδη
εμπιστοσύνη, ελπίδα και ηθικό, για την ούτως ή άλλως πολύ δύσκολη προσπάθεια
που απαιτείται. Η κατάρτιση και η διατύπωση ενός τέτοιου σχεδίου,
όσο κι αν επείγει, δεν αχνο-φαίνεται έστω, στον ορίζοντα.
Ίσως γιατί δεν καταλάβαμε ακόμα, τι και γιατί μας
συνέβη.
Αρχίζουμε όμως πλέον και κατανοούμε πολλά.
Και για τα
δικά μας ολέθρια λάθη, και για τις αδυναμίες και τα ελλείμματα της
ευρωπαϊκής θεσμικής συγκρότησης και του ευρω-συστήματος.
Και κάπου εδώ πρέπει να αρχίσει και η δράση ή αν θέλετε η ουσιώδης αντίδραση...
Συμφωνώ απολύτως,ώρα για δράση...:)
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιατρέ μου έχεις απόλυτο δίκιο...
ΑπάντησηΔιαγραφή