Τον συνηθίσαμε, δεν αντιπροσωπεύει τίποτα
Σαν όλα τα πράγματα που έχετε συνηθίσει
Και σας μιλώ γι’αυτόν, γιατί δεν βρίσκω τίποτα
Που να μην το συνηθίσατε
Προσκυνώ
Γιώργος Σεφέρης (Αφήγηση)
Εν μέσω των κοινοβουλευτικών μαχών και απωλειών, διαγραφών και μεταγραφών, και κάθε είδους και τεχνοτροπίας πολιτικών πιρουετών, που συνόδευσαν την ψήφιση του νέου μνημονίου, «υπεύθυνων» και «ανεύθυνων» «εθνικών» στάσεων, νέων εκτεταμένων καταστροφών στο ιστορικό κέντρο της δύσμοιρης πρωτεύουσας από σταθερά ασύλληπτους «γνωστούς-αγνώστους», εν μέσω σχετικά συγκρατημένων (είναι η αλήθεια) αυτή τη φορά, πανηγυρισμών για το αποτέλεσμα ενός ακόμη «εθνοσωτήριου» Eurogroup, αλλά και λιγότερο έξαλλων αντιδράσεων από την αντιπολίτευση και με την κοινωνία παγωμένη και τρομαγμένη μπρος στην εφιαλτική ύφεση που έρχεται (ξέρουν όλοι πλέον τι τους περιμένει, γι’αυτό και δεν έχει πια Καστελλόριζα και ρητορείες για «θωρακισμένες οικονομίες», «απάνεμα λιμάνια» και «χαρτογραφημένα νερά»), υπάρχει μια είδηση (σημαντική, εκτιμώ), που πέρασε στα ψιλά των εφημερίδων και των δελτίων ειδήσεων: αναβάλλονται η μία μετά την άλλη και σε ορισμένες περιπτώσεις ματαιώνονται οι εκλογές στα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας για την ανάδειξη των συμβουλίων διοίκησης τους, όπως αυτές προβλέπονται από τον τελευταίο νόμο για την ανώτατη εκπαίδευση, που ψηφίσθηκε (θυμίζω) προ μηνών, από την ευρύτερη ίσως κοινοβουλευτική πλειοψηφία, που έχει ψηφίσει νόμο στην μεταπολίτευση. Ο νόμος αυτός του ελληνικού κράτους διακηρύχθηκε εξ’αρχής από κόμματα της αριστεράς, αλλά και από μερίδα της πανεπιστημιακής κοινότητας (φοιτητικές παρατάξεις, μέλη ΔΕΠ, αλλά και πρυτάνεις), ότι απλά «Δεν θα περάσει», και φαίνεται πως αυτό εντέλει γίνεται: Απλά, δεν περνάει. Από την αρχή, η αντίδραση στον νόμο αυτό εστιάσθηκε, αποκλειστικά σχεδόν, στον τρόπο εκλογής των πανεπιστημιακών συμβουλίων διοίκησης και των πρυτάνεων, λες και δεν υπάρχουν αλλά ζητήματα και προβλήματα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, για να συζητήσει κανείς και να καταθέσει τις απόψεις του. Αλλά έτσι είναι πάντα τα πράγματα στη χώρα αυτή: το διακύβευμα είναι η εξουσία, και εγκαταλείπεται η ουσία. Εντάξει, θα μου πείτε, εδώ διαλύεται το σύμπαν, με αυτό το θέμα βρήκες να ασχοληθείς; Ισχυρίζομαι, ότι το θέμα αυτό είναι αφ’ενός πολύ σοβαρό, αφ’ετέρου απολύτως ενδεικτικό της συνολικής μεταπολιτευτικής κοινωνικής παθογένειας που μας οδήγησε ως εδώ, και για να γίνω ίσως λίγο πιο σαφής, θα σας αφηγηθώ μια απολύτως πραγματική (που λένε και στις ταινίες) ιστορία.
Πριν από 21 χρόνια (αρχές του 1991) μια παρέα φίλων και συμφοιτητών στην Ιατρική Σχολή του Α.Π.Θ. συνειδητοποιήσαμε μια δυσάρεστη πραγματικότητα: διανύοντας το τρίτο έτος των σπουδών μας, ο αριθμός των φοιτητών του έτους μας, από 180 που είχαμε εισαχθεί ως πρωτοετείς κατόπιν πανελληνίων εξετάσεων, είχε εκτοξευθεί σε πάνω από 650. Αιτία για αυτήν, την εκτός λογικής αύξηση, ήταν αθρόες μεταγραφές φοιτητών από Πανεπιστήμια του εξωτερικού. Την «φάμπρικα» αυτή των μεταγραφών είχαν στήσει εν αγαστή συμπνοία οι διδάσκοντες του πανεπιστημίου μας με στελέχη των φοιτητικών παρατάξεων (η περίφημη συνδιοίκηση των Πανεπιστημίων) στη βάση ενός διάτρητου «δημοκρατικού» νομοθετικού πλαισίου. Εκτιμώντας ότι η κατάσταση αυτή υποβάθμιζε εν τοις πράγμασι την ποιότητα των σπουδών μας αλλά και καταργούσε από την πίσω πόρτα τις πανελλήνιες εισαγωγικές εξετάσεις αποφασίσαμε να αντιδράσουμε. Επιλέξαμε μια μορφή ήπιου ακτιβισμού: συγγράφαμε και μοιράζαμε κείμενα διαμαρτυρίας, κάναμε τακτικά και ειρηνικά παραστάσεις διαμαρτυρίας σε αμφιθέατρα και εργαστήρια και αρχίσαμε να συλλέγουμε υπογραφές σε ένα κείμενο που παρέθετε στοιχεία, κατήγγειλε το φαινόμενο και απαιτούσε ει δυνατόν την κατάργηση και πάντως τον δραστικό περιορισμό των μεταγραφών εξωτερικού. Η όλη καμπάνια είχε μια σχετική επιτυχία: το θέμα πήρε δημοσιότητα, εκτεταμένα ρεπορτάζ δημοσιεύθηκαν στον τύπο και τελικά η τότε ηγεσία του υπουργείου παιδείας έφερε ένα νόμο που επιχειρούσε να βάλει κάποια στοιχειώδη τάξη στο όργιο μεταγραφών που λάμβανε χώρα στα ελληνικά πανεπιστήμια (και ειδικά στις ιατρικές σχολές).
Αναθαρρήσαμε από τη μικρή μας «επιτυχία» και πιστεύοντας ότι ασχολούμενοι, κάποια διαφορά μπορούμε να κάνουμε εν τέλει, αποφασίσαμε να κατέλθουμε και στις φοιτητικές εκλογές που θα διενεργούνταν εκείνη την άνοιξη, ως ανεξάρτητη ομάδα φοιτητών. Στις εκλογές, για τα δεδομένα μιας ομάδας χωρίς κομματικές στηρίξεις, αναφορές και χρηματοδότηση, με ανύπαρκτη σχεδόν οργανωτική υποδομή και με ενίοτε αιρετικές για την εποχή εκείνη απόψεις (π.χ. είχαμε θέσει θέμα κατάργησης του πανεπιστημιακού ασύλου, υπό την έννοια της προστασίας παρανομιών και βιαιοτήτων) πήγαμε αρκετά καλά αναδεικνυόμενοι τρίτη δύναμη μετά τις ΔΑΠ και ΠΑΣΠ σε επίπεδο σχολής και πρώτη δύναμη (ισοψηφώντας με τη ΔΑΠ) στο έτος μας. Η...πλάκα, άρχισε κάπου εκεί.
Λίγες ημέρες μετά τις φοιτητικές εκλογές, μας πλησίασαν άνθρωποι του περιβάλλοντος του τότε πρύτανη και μας ενημέρωσαν ότι σύντομα θα διεξάγονταν εκλογές για την εκλογή πρυτάνεως στο Α.Π.Θ., και επειδή ο νόμος προέβλεπε συνδιοίκηση καθηγητών-φοιτητών, από την Ιατρική Σχολή, που ήταν η μεγαλύτερη του πανεπιστημίου με 500 περίπου μέλη ΔΕΠ και ψήφιζαν για την εκλογή πρυτάνεως, έπρεπε να ορισθούν από τις φοιτητικές παρατάξεις ίσος αριθμός φοιτητών-εκλεκτόρων ανάλογα με τη δύναμη τους. Ήτοι, εμείς με το 13% που είχαμε λάβει, έπρεπε να ορίσουμε 65 εκλέκτορες. Το αστείο ήταν, ότι εμείς στην πραγματικότητα δεν γνωρίζαμε καν 65 συμφοιτητές μας, που με βεβαιότητα να μπορούσαμε να πούμε, ότι μας είχαν ψηφίσει.Ο πρύτανης, που επιθυμούσε να επανεκλεγεί, ζήτησε να μας συναντήσει. Πήγαν δύο από μας και του εξήγησαν ευγενικά, ότι λόγω της χαλαρής, μη κομματικής φύσης της ομάδας μας, και να θέλαμε, δεν μπορούσαμε να εγγυηθούμε, ότι αν δίναμε «γραμμή» στους εκλέκτορες, που θα ορίζαμε (που δεν θέλαμε), αυτή θα τηρούνταν. Ήταν ευγενής και προσηνής και δήλωσε ότι κατανοεί τη θέση μας και χαίρεται για την παρουσία τέτοιου τύπου παρατάξεων στον φοιτητικό συνδικαλισμό. Με δική μας πρωτοβουλία (για λόγους τήρησης ίσων αποστάσεων) συναντήσαμε και τον αντίπαλο του, υποψήφιο πρύτανη, και του είπαμε τα ίδια.
Λίγες ημέρες αργότερα μας πλησιάζει ένας εκτοετής φοιτητής, μέλος μιας κάπως περίεργης «επιστημονικής» ένωσης φοιτητών της Ιατρικής Σχολής (όχι φοιτητικής συνδικαλιστικής παράταξης) και ζητά να μας εκθέσει ένα ζήτημα. Συναντιόμαστε (και οι εφτά της ομάδας) ένα απόγευμα στο σπίτι ενός από μας. Μας λέει, ότι αντιλαμβάνεται και εκτιμά τον χαρακτήρα της ομάδας μας και την αδυναμία-απροθυμία μας να δώσουμε γραμμή στους εκλέκτορες, που θα ορίζαμε για τις πρυτανικές εκλογές και μας ζητά να του εκχωρήσουμε εκείνου, εν λευκώ, τη δυνατότητα να καταρτίσει τη σχετική λίστα με δικούς του ανθρώπους, που θα ψήφιζαν τον απερχόμενο πρύτανη. Δεν πτοείται από την αρχική κάθετη (και όχι ιδιαίτερα ευγενική) άρνηση μας στο μάλλον εξωφρενικό αίτημα του.
- «Και γιατί πιστεύεις, ότι θα δώσουμε μια λευκή κόλλα για να συμπληρώσεις εσύ τη λίστα;», τον ρωτά ένας από μας.
- «Γιατί ο νυν πρύτανης θα επανεκλεγεί άνετα» (σε αυτό είχε δίκιο) «ανεξάρτητα από τους δικούς σας εκλέκτορες. Δεν έχετε λοιπόν κανένα λόγο να τον έχετε αντίπαλο, αντί ευγνώμονα. Ξέρετε, τι κονδύλια διαχειρίζεται μια πρυτανεία; Θέλετε, ας πούμε, να διοργανώσετε μια εκδήλωση για κάποιο θέμα, "νέοι και ναρκωτικά" π.χ., γιατί να μην πάρετε μια επιχορήγηση από την πρυτανεία; Σας γνωρίζω, έχω ακούσει για σας, είστε καλοί φοιτητές. Γιατί να μην διευκολυνθείτε, να ξεκινήσετε, ένα διδακτορικό;»
Ο άνθρωπος αυτός, παρά την άρνηση μας να δεχθούμε την πρόταση του, παρά το ότι τον αντιμετωπίζαμε ενίοτε ειρωνικά, παρά το ότι όντως οι «δικοί μας» εκλέκτορες δεν θα έπαιζαν κανέναν ουσιώδη ρόλο στην έκβαση των εκλογών, έμεινε 8 (ναι, οχτώ) ώρες σε εκείνο το σπίτι προσπαθώντας να μας μεταπείσει, κυνικός, αποφασισμένος, πατερναλιστικός, μετερχόμενος εναλλάξ υποσχέσεων και συγκεκαλυμμένων απειλών. Δεν έμαθα ποτέ, αν τον είχε στείλει ο πρύτανης ή αν με δική του πρωτοβουλία ήθελε να «πουλήσει» εκδούλευση στον πρύτανη. Ίσως δεν έχει και σημασία, το παιχνίδι έτσι παίζονταν και έτσι παίζεται.
Η τελευταία του προσπάθεια ήταν η εξής:
-«Παιδιά, πρέπει να το καταλάβετε. Κάποιος που θέλει να πάει μπροστά, πρέπει να προσηλώνεται στον στόχο του. Τις περισσότερες φορές στη διαδρομή του για τον στόχο του θα κληθεί να περάσει κάποιες πόρτες. Αν κάποια πόρτα είναι πιο κοντή από το μπόι του, θα χρειασθεί να σκύψει, για να περάσει. Σημασία δεν έχει αν σκύβεις το κεφάλι, σημασία έχει ο στόχος».
Και η απάντηση που του έδωσε ένας καλός φίλος:
-«Όταν σκύβεις το κεφάλι για να περάσεις την πόρτα, το πρόβλημα είναι, ότι η επόμενη πόρτα, στο δρόμο για τον "στόχο", θα είναι πιο κοντή από την πρώτη, και η επόμενη ακόμη πιο κοντή, και θα σκύβεις το κεφάλι, όλο και πιο πολύ, και μετά θα γονατίσεις, και στο τέλος θα έρπεις, σαν σκουλήκι.
Και ίσως να μην θυμάσαι πια και τον "στόχο"».
H πραγματικότητα βέβαια, δεν είναι ούτε απλή, ούτε «ηρωική». Η επιμονή και η επιχειρηματολογία του μεγαλύτερου συμφοιτητή μας, μας κλόνισε και μας δίχασε. Αφού έφυγε, ακολούθησε θυελλώδης μεταξύ μας συζήτηση και διαφωνία και η πρόταση του απορρίφθηκε οριακά με 4-3. Επίσης, εμείς ένα χρόνο αργότερα κουραστήκαμε και απογοητευτήκαμε από την ενασχόληση με τα κοινά της σχολής, και τα παρατήσαμε. Εμείς, μείναμε καλοί φίλοι. Εκείνος, όπως φαντάζομαι υποθέτετε, ακολούθησε και ακολουθεί ακαδημαϊκή και αξιοσημείωτη πολιτική καριέρα.
Η λεγόμενη πολιτική τάξη της χώρας έχει από καιρό καθορίσει τον στόχο της, που είναι η διατήρηση και διαιώνιση της όποιας (πλέον) εξουσίας της και σκύβει πρόθυμα το κεφάλι της εντός και εκτός συνόρων. Εντός των συνόρων υποτάσσεται στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων ισχυρών παραγόντων και ομάδων πίεσης (μεγαλοεπιχειρηματίες, μηντιάρχες, ισχυρές συντεχνίες) και έχει εγκαταλείψει τη μάχη (αν υποθέσουμε ότι την έδωσε ποτέ) για την τήρηση της δημοκρατικής νομιμότητας και εκτός των συνόρων υποτάσσεται σε ένα οικονομικά ατελέσφορο, κοινωνικά διαλυτικό και εθνικά ενίοτε ταπεινωτικό τροϊκανό μνημόνιο, προσπαθώντας μάλιστα να τορπιλίσει ή να καθυστερήσει εκείνες μόνο τις πτυχές του, που τυχόν θίγουν την σταθερή του εκλογική πελατεία.
Η κοινωνία των πολιτών θα σηκώσει το κεφάλι;
Ειλικρινά, δεν έχω απάντηση.
Υ.Γ.1 Η εικόνα είναι το έργο «Πρωινό ενός τυφλού» του Pablo Picasso (1903)
Υ.Γ.2. "Για ένα κομμάτι ψωμί" από τους Χάρη και Πάνο Κατσιμίχα
και μελοποιημένη η «Αφήγηση» του Σεφέρη, από τον Μίλτο Πασχαλίδη
(αυτό είναι για τη Χρύσα)
Σαν όλα τα πράγματα που έχετε συνηθίσει
Και σας μιλώ γι’αυτόν, γιατί δεν βρίσκω τίποτα
Που να μην το συνηθίσατε
Προσκυνώ
Γιώργος Σεφέρης (Αφήγηση)
Εν μέσω των κοινοβουλευτικών μαχών και απωλειών, διαγραφών και μεταγραφών, και κάθε είδους και τεχνοτροπίας πολιτικών πιρουετών, που συνόδευσαν την ψήφιση του νέου μνημονίου, «υπεύθυνων» και «ανεύθυνων» «εθνικών» στάσεων, νέων εκτεταμένων καταστροφών στο ιστορικό κέντρο της δύσμοιρης πρωτεύουσας από σταθερά ασύλληπτους «γνωστούς-αγνώστους», εν μέσω σχετικά συγκρατημένων (είναι η αλήθεια) αυτή τη φορά, πανηγυρισμών για το αποτέλεσμα ενός ακόμη «εθνοσωτήριου» Eurogroup, αλλά και λιγότερο έξαλλων αντιδράσεων από την αντιπολίτευση και με την κοινωνία παγωμένη και τρομαγμένη μπρος στην εφιαλτική ύφεση που έρχεται (ξέρουν όλοι πλέον τι τους περιμένει, γι’αυτό και δεν έχει πια Καστελλόριζα και ρητορείες για «θωρακισμένες οικονομίες», «απάνεμα λιμάνια» και «χαρτογραφημένα νερά»), υπάρχει μια είδηση (σημαντική, εκτιμώ), που πέρασε στα ψιλά των εφημερίδων και των δελτίων ειδήσεων: αναβάλλονται η μία μετά την άλλη και σε ορισμένες περιπτώσεις ματαιώνονται οι εκλογές στα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας για την ανάδειξη των συμβουλίων διοίκησης τους, όπως αυτές προβλέπονται από τον τελευταίο νόμο για την ανώτατη εκπαίδευση, που ψηφίσθηκε (θυμίζω) προ μηνών, από την ευρύτερη ίσως κοινοβουλευτική πλειοψηφία, που έχει ψηφίσει νόμο στην μεταπολίτευση. Ο νόμος αυτός του ελληνικού κράτους διακηρύχθηκε εξ’αρχής από κόμματα της αριστεράς, αλλά και από μερίδα της πανεπιστημιακής κοινότητας (φοιτητικές παρατάξεις, μέλη ΔΕΠ, αλλά και πρυτάνεις), ότι απλά «Δεν θα περάσει», και φαίνεται πως αυτό εντέλει γίνεται: Απλά, δεν περνάει. Από την αρχή, η αντίδραση στον νόμο αυτό εστιάσθηκε, αποκλειστικά σχεδόν, στον τρόπο εκλογής των πανεπιστημιακών συμβουλίων διοίκησης και των πρυτάνεων, λες και δεν υπάρχουν αλλά ζητήματα και προβλήματα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, για να συζητήσει κανείς και να καταθέσει τις απόψεις του. Αλλά έτσι είναι πάντα τα πράγματα στη χώρα αυτή: το διακύβευμα είναι η εξουσία, και εγκαταλείπεται η ουσία. Εντάξει, θα μου πείτε, εδώ διαλύεται το σύμπαν, με αυτό το θέμα βρήκες να ασχοληθείς; Ισχυρίζομαι, ότι το θέμα αυτό είναι αφ’ενός πολύ σοβαρό, αφ’ετέρου απολύτως ενδεικτικό της συνολικής μεταπολιτευτικής κοινωνικής παθογένειας που μας οδήγησε ως εδώ, και για να γίνω ίσως λίγο πιο σαφής, θα σας αφηγηθώ μια απολύτως πραγματική (που λένε και στις ταινίες) ιστορία.
Πριν από 21 χρόνια (αρχές του 1991) μια παρέα φίλων και συμφοιτητών στην Ιατρική Σχολή του Α.Π.Θ. συνειδητοποιήσαμε μια δυσάρεστη πραγματικότητα: διανύοντας το τρίτο έτος των σπουδών μας, ο αριθμός των φοιτητών του έτους μας, από 180 που είχαμε εισαχθεί ως πρωτοετείς κατόπιν πανελληνίων εξετάσεων, είχε εκτοξευθεί σε πάνω από 650. Αιτία για αυτήν, την εκτός λογικής αύξηση, ήταν αθρόες μεταγραφές φοιτητών από Πανεπιστήμια του εξωτερικού. Την «φάμπρικα» αυτή των μεταγραφών είχαν στήσει εν αγαστή συμπνοία οι διδάσκοντες του πανεπιστημίου μας με στελέχη των φοιτητικών παρατάξεων (η περίφημη συνδιοίκηση των Πανεπιστημίων) στη βάση ενός διάτρητου «δημοκρατικού» νομοθετικού πλαισίου. Εκτιμώντας ότι η κατάσταση αυτή υποβάθμιζε εν τοις πράγμασι την ποιότητα των σπουδών μας αλλά και καταργούσε από την πίσω πόρτα τις πανελλήνιες εισαγωγικές εξετάσεις αποφασίσαμε να αντιδράσουμε. Επιλέξαμε μια μορφή ήπιου ακτιβισμού: συγγράφαμε και μοιράζαμε κείμενα διαμαρτυρίας, κάναμε τακτικά και ειρηνικά παραστάσεις διαμαρτυρίας σε αμφιθέατρα και εργαστήρια και αρχίσαμε να συλλέγουμε υπογραφές σε ένα κείμενο που παρέθετε στοιχεία, κατήγγειλε το φαινόμενο και απαιτούσε ει δυνατόν την κατάργηση και πάντως τον δραστικό περιορισμό των μεταγραφών εξωτερικού. Η όλη καμπάνια είχε μια σχετική επιτυχία: το θέμα πήρε δημοσιότητα, εκτεταμένα ρεπορτάζ δημοσιεύθηκαν στον τύπο και τελικά η τότε ηγεσία του υπουργείου παιδείας έφερε ένα νόμο που επιχειρούσε να βάλει κάποια στοιχειώδη τάξη στο όργιο μεταγραφών που λάμβανε χώρα στα ελληνικά πανεπιστήμια (και ειδικά στις ιατρικές σχολές).
Αναθαρρήσαμε από τη μικρή μας «επιτυχία» και πιστεύοντας ότι ασχολούμενοι, κάποια διαφορά μπορούμε να κάνουμε εν τέλει, αποφασίσαμε να κατέλθουμε και στις φοιτητικές εκλογές που θα διενεργούνταν εκείνη την άνοιξη, ως ανεξάρτητη ομάδα φοιτητών. Στις εκλογές, για τα δεδομένα μιας ομάδας χωρίς κομματικές στηρίξεις, αναφορές και χρηματοδότηση, με ανύπαρκτη σχεδόν οργανωτική υποδομή και με ενίοτε αιρετικές για την εποχή εκείνη απόψεις (π.χ. είχαμε θέσει θέμα κατάργησης του πανεπιστημιακού ασύλου, υπό την έννοια της προστασίας παρανομιών και βιαιοτήτων) πήγαμε αρκετά καλά αναδεικνυόμενοι τρίτη δύναμη μετά τις ΔΑΠ και ΠΑΣΠ σε επίπεδο σχολής και πρώτη δύναμη (ισοψηφώντας με τη ΔΑΠ) στο έτος μας. Η...πλάκα, άρχισε κάπου εκεί.
Λίγες ημέρες μετά τις φοιτητικές εκλογές, μας πλησίασαν άνθρωποι του περιβάλλοντος του τότε πρύτανη και μας ενημέρωσαν ότι σύντομα θα διεξάγονταν εκλογές για την εκλογή πρυτάνεως στο Α.Π.Θ., και επειδή ο νόμος προέβλεπε συνδιοίκηση καθηγητών-φοιτητών, από την Ιατρική Σχολή, που ήταν η μεγαλύτερη του πανεπιστημίου με 500 περίπου μέλη ΔΕΠ και ψήφιζαν για την εκλογή πρυτάνεως, έπρεπε να ορισθούν από τις φοιτητικές παρατάξεις ίσος αριθμός φοιτητών-εκλεκτόρων ανάλογα με τη δύναμη τους. Ήτοι, εμείς με το 13% που είχαμε λάβει, έπρεπε να ορίσουμε 65 εκλέκτορες. Το αστείο ήταν, ότι εμείς στην πραγματικότητα δεν γνωρίζαμε καν 65 συμφοιτητές μας, που με βεβαιότητα να μπορούσαμε να πούμε, ότι μας είχαν ψηφίσει.Ο πρύτανης, που επιθυμούσε να επανεκλεγεί, ζήτησε να μας συναντήσει. Πήγαν δύο από μας και του εξήγησαν ευγενικά, ότι λόγω της χαλαρής, μη κομματικής φύσης της ομάδας μας, και να θέλαμε, δεν μπορούσαμε να εγγυηθούμε, ότι αν δίναμε «γραμμή» στους εκλέκτορες, που θα ορίζαμε (που δεν θέλαμε), αυτή θα τηρούνταν. Ήταν ευγενής και προσηνής και δήλωσε ότι κατανοεί τη θέση μας και χαίρεται για την παρουσία τέτοιου τύπου παρατάξεων στον φοιτητικό συνδικαλισμό. Με δική μας πρωτοβουλία (για λόγους τήρησης ίσων αποστάσεων) συναντήσαμε και τον αντίπαλο του, υποψήφιο πρύτανη, και του είπαμε τα ίδια.
Λίγες ημέρες αργότερα μας πλησιάζει ένας εκτοετής φοιτητής, μέλος μιας κάπως περίεργης «επιστημονικής» ένωσης φοιτητών της Ιατρικής Σχολής (όχι φοιτητικής συνδικαλιστικής παράταξης) και ζητά να μας εκθέσει ένα ζήτημα. Συναντιόμαστε (και οι εφτά της ομάδας) ένα απόγευμα στο σπίτι ενός από μας. Μας λέει, ότι αντιλαμβάνεται και εκτιμά τον χαρακτήρα της ομάδας μας και την αδυναμία-απροθυμία μας να δώσουμε γραμμή στους εκλέκτορες, που θα ορίζαμε για τις πρυτανικές εκλογές και μας ζητά να του εκχωρήσουμε εκείνου, εν λευκώ, τη δυνατότητα να καταρτίσει τη σχετική λίστα με δικούς του ανθρώπους, που θα ψήφιζαν τον απερχόμενο πρύτανη. Δεν πτοείται από την αρχική κάθετη (και όχι ιδιαίτερα ευγενική) άρνηση μας στο μάλλον εξωφρενικό αίτημα του.
- «Και γιατί πιστεύεις, ότι θα δώσουμε μια λευκή κόλλα για να συμπληρώσεις εσύ τη λίστα;», τον ρωτά ένας από μας.
- «Γιατί ο νυν πρύτανης θα επανεκλεγεί άνετα» (σε αυτό είχε δίκιο) «ανεξάρτητα από τους δικούς σας εκλέκτορες. Δεν έχετε λοιπόν κανένα λόγο να τον έχετε αντίπαλο, αντί ευγνώμονα. Ξέρετε, τι κονδύλια διαχειρίζεται μια πρυτανεία; Θέλετε, ας πούμε, να διοργανώσετε μια εκδήλωση για κάποιο θέμα, "νέοι και ναρκωτικά" π.χ., γιατί να μην πάρετε μια επιχορήγηση από την πρυτανεία; Σας γνωρίζω, έχω ακούσει για σας, είστε καλοί φοιτητές. Γιατί να μην διευκολυνθείτε, να ξεκινήσετε, ένα διδακτορικό;»
Ο άνθρωπος αυτός, παρά την άρνηση μας να δεχθούμε την πρόταση του, παρά το ότι τον αντιμετωπίζαμε ενίοτε ειρωνικά, παρά το ότι όντως οι «δικοί μας» εκλέκτορες δεν θα έπαιζαν κανέναν ουσιώδη ρόλο στην έκβαση των εκλογών, έμεινε 8 (ναι, οχτώ) ώρες σε εκείνο το σπίτι προσπαθώντας να μας μεταπείσει, κυνικός, αποφασισμένος, πατερναλιστικός, μετερχόμενος εναλλάξ υποσχέσεων και συγκεκαλυμμένων απειλών. Δεν έμαθα ποτέ, αν τον είχε στείλει ο πρύτανης ή αν με δική του πρωτοβουλία ήθελε να «πουλήσει» εκδούλευση στον πρύτανη. Ίσως δεν έχει και σημασία, το παιχνίδι έτσι παίζονταν και έτσι παίζεται.
Η τελευταία του προσπάθεια ήταν η εξής:
-«Παιδιά, πρέπει να το καταλάβετε. Κάποιος που θέλει να πάει μπροστά, πρέπει να προσηλώνεται στον στόχο του. Τις περισσότερες φορές στη διαδρομή του για τον στόχο του θα κληθεί να περάσει κάποιες πόρτες. Αν κάποια πόρτα είναι πιο κοντή από το μπόι του, θα χρειασθεί να σκύψει, για να περάσει. Σημασία δεν έχει αν σκύβεις το κεφάλι, σημασία έχει ο στόχος».
Και η απάντηση που του έδωσε ένας καλός φίλος:
-«Όταν σκύβεις το κεφάλι για να περάσεις την πόρτα, το πρόβλημα είναι, ότι η επόμενη πόρτα, στο δρόμο για τον "στόχο", θα είναι πιο κοντή από την πρώτη, και η επόμενη ακόμη πιο κοντή, και θα σκύβεις το κεφάλι, όλο και πιο πολύ, και μετά θα γονατίσεις, και στο τέλος θα έρπεις, σαν σκουλήκι.
Και ίσως να μην θυμάσαι πια και τον "στόχο"».
H πραγματικότητα βέβαια, δεν είναι ούτε απλή, ούτε «ηρωική». Η επιμονή και η επιχειρηματολογία του μεγαλύτερου συμφοιτητή μας, μας κλόνισε και μας δίχασε. Αφού έφυγε, ακολούθησε θυελλώδης μεταξύ μας συζήτηση και διαφωνία και η πρόταση του απορρίφθηκε οριακά με 4-3. Επίσης, εμείς ένα χρόνο αργότερα κουραστήκαμε και απογοητευτήκαμε από την ενασχόληση με τα κοινά της σχολής, και τα παρατήσαμε. Εμείς, μείναμε καλοί φίλοι. Εκείνος, όπως φαντάζομαι υποθέτετε, ακολούθησε και ακολουθεί ακαδημαϊκή και αξιοσημείωτη πολιτική καριέρα.
Η λεγόμενη πολιτική τάξη της χώρας έχει από καιρό καθορίσει τον στόχο της, που είναι η διατήρηση και διαιώνιση της όποιας (πλέον) εξουσίας της και σκύβει πρόθυμα το κεφάλι της εντός και εκτός συνόρων. Εντός των συνόρων υποτάσσεται στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων ισχυρών παραγόντων και ομάδων πίεσης (μεγαλοεπιχειρηματίες, μηντιάρχες, ισχυρές συντεχνίες) και έχει εγκαταλείψει τη μάχη (αν υποθέσουμε ότι την έδωσε ποτέ) για την τήρηση της δημοκρατικής νομιμότητας και εκτός των συνόρων υποτάσσεται σε ένα οικονομικά ατελέσφορο, κοινωνικά διαλυτικό και εθνικά ενίοτε ταπεινωτικό τροϊκανό μνημόνιο, προσπαθώντας μάλιστα να τορπιλίσει ή να καθυστερήσει εκείνες μόνο τις πτυχές του, που τυχόν θίγουν την σταθερή του εκλογική πελατεία.
Η κοινωνία των πολιτών θα σηκώσει το κεφάλι;
Ειλικρινά, δεν έχω απάντηση.
Υ.Γ.1 Η εικόνα είναι το έργο «Πρωινό ενός τυφλού» του Pablo Picasso (1903)
Υ.Γ.2. "Για ένα κομμάτι ψωμί" από τους Χάρη και Πάνο Κατσιμίχα
και μελοποιημένη η «Αφήγηση» του Σεφέρη, από τον Μίλτο Πασχαλίδη
(αυτό είναι για τη Χρύσα)
Και φυσικά δεν εξέφραζε κάτι διαφορετικό από αυτό που βιώσαμε εμείς ή όλη η κοινωνία. Στο δικό μου ίδρυμα έπαιζαν μεταπτυχιακά. Ο αριστερός "δείμος" δεν έκανε στην Ελλάδα επειδή δεν ψήφιζε αυτούς τους καθηγητές. Αλλά όλοι οι ΔΑΠ/ΠΑΣΠίτες έκαναν κι ας ήταν χειρότεροι από εμάς. Έτσι ήταν σε όλη τη χώρα κι είναι και τούτο ένα αίτιο για την κατάντια μας...
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://www.youtube.com/watch?v=zCx2-IwnI4M&feature=related
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα ζήσαμε όλοι στο πανεπιστήμιο αυτά και δυστυχώς αυτή η πραγματικότητα δεν θα αλλάξει, γιατί πολύ απλά τα κόμματα τρέφονται από τις φοιτητικές(κομματικές) παρατάξεις των πανεπιστημίων. Έτσι διαμορφώνουν συνειδήσεις και επηρεάζουν την κοινωνία. Έχουμε πολλά παραδείγματα πολιτικών( ο Θεός να τους κάνει...εγώ καιροσκόπους θα τους έλεγα) που ξεκίνησαν από τις φοιτητικές παρατάξεις, μεταπήδησαν στην νεολαία του κόμματός τους και μετά από "λαμπρή"(και πάντα αξιοκρατικά κατακτημένη) καριέρα στον κλάδο τους έγιναν βουλευτές και υπουργοί. Και έγιναν υπουργοί για να βοηθήσουν τους κολλητούς τους φυσικά, όχι για να προσφέρουν κάτι προς όφελος της κοινωνίας. Απλά κρίμα!! Ευλογημένη η στιγμή που θα εκδιωχθούν από τα πανεπιστήμια αυτά τα τσιράκια!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυγχαρητήρια για το Blog. Έτσι έχουν τα πράγματα στην Ελληνική κοινωνία και στα πανεπιστήμια. Εμείς ζήσαμε το ίδιο με την μεταπολίτευση το 1974, που από 150 εισακτέοι το 1973 γίναμε 850 στο δεύτερο έτος, και χωρίς εξετάσεις τοτε, για λόγους δήθεν υγείας. Θυμάμαι κάποιον που ήρθε ως κωφάλαλος, τακτικός καθηγητής σήμερα θεραπεύθηκε πλήρως και όπως άλλοι πολλοί συνάδελφοι που ήρθαν από την Ιταλία και την Βουλγαρία με καρκίνο σήμερα γεροί, σε διευθυντικές κατά κανόνα θέσεις. Δόξα το θεό "θεραπεύτηκαν"...
ΑπάντησηΔιαγραφήΧαίρομαι που υπάρχει ακόμα και ένα υγιές τμήμα αυτής της κονωνίας, έστω και στο περιθώριο. Ως πότε όμως θα είμαστε στο περιθώριό; Καλή η προσπάθεια που κάνατε τότε,αν και τελικά απέτυχε, σήμερα που μεγαλώσαμε τι κάνουμε;
Γιώργος Κολιάκος
Αν. Καθηγητής Βιοχημείας Α.Π.Θ.
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΦίλε, εύστοχα στηλιτεύεις την άρνηση της "ακαδημαικής κοινότητας" να εφαρμόσει το νόμο,αλλά ερμηνεύεις το φαινόμενο μερικώς.Εστιάζεις δηλαδή στην ατομική εξουσιολαγνεία του καθενός μας και περίπου μοιρολατρικά αναγγέλεις το αδιέξοδο,αφού βέβαια είναι αδύνατον να αλλάξει η ανθρώπινη φύση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤί θα'λεγες όμως εάν,αφήνοντας την ανθρώπινη φύση αναλλοίωτη,αποφασίζαμε να κάνουμε μια πολιτική επιλογή? Εννοώ,φυσικά,να εφαρμόσουμε επιτέλους τους νόμους!
Νομοκρατία (Rule of thw Law) χρειάζεται η δύστυχη Ελλάδα και,όταν ένας Νόμος αποδειχτεί προβληματικός,να τον αλλάζουμε μέσα από τις προβλεπόμενες διαδικασίες.Αφού όμως πρώτα,τον εφαρμόσουμε!
Η έκνομη συμπεριφορά,φυσικά και εκπορεύεται από την ανάγκη του καθενός μας να "αυτονομεί" τη δράση του προς ίδιον όφελος.Χρέος της Πολιτείας να τον ελέγχει (και το κάνει)!
Εκπορεύεται όμως-και νομίζω πως στα Πανεπιστήμια αυτό είναι το βασικό πρόβλημα-και απο μια πολιτική αντίληψη που αντιμετωπίζει καχύποπτα τους Νόμους,ως "κατασκευάσματα του αστικού καθεστώτος"!
Μιλάω φυσικά για την-κυρίαρχη στα Πανεπιστήμια-αριστερή διανόηση.
Δεκαετίες τώρα,τα Πανεπιστήμια υπήρξαν άντρο συμμοριών και άσυλα παρανομούντων,επειδή η αριστερά είχε επιβάλλει την κοντόφθαλμη άποψή της περί "πανεπιστημιακού ασύλου"!
Εχει λοιπόν καλλιεργηθεί ένα "εθιμικό δίκαιο",σύμφωνα με το οποίο οι "ακαδημαικοί"(πρυτάνεις,φοιτητές,παρατάξεις κλπ) μπορούν ελεύθερα να ερμηνεύουν τους Νόμους κατά την αντίληψή τους και να επιβάλλουν τη δική τους ερμηνευτική!
Το πρόβλημα συνεπώς της μη-εφαρμογής και αυτού του Νόμου είναι πολιτικό και όχι πρόβλημα ατομικής εξουσιολαγνείας.
Δεν είναι βέβαια αριστερή ακριβώς αυτή η διανόηση αλλά ως τέτοια καταγράφεται. Συμφωνώ απολύτως με όσα γράφεις. Αν και τέλειωσα το 1979 όταν τα φαινόμενα αυτά δεν είχαν ακόμα εμφανιστεί έτσι δραματικά, ωστόσο από όσα παρακολουθώ η φράση άντρο συμμοριών είναι μάλλον ελαφριά. Βλέπεις ωστόσο ότι μέρος του ΔΕΠ, πολιτεία και κόμματα όχι απλά ανέχονται την κατάσταση αλλά την προστατεύουν
ΔιαγραφήΣταμάτη, συγκλονιστική η πένα σου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΩστόσο βρίσκω λάθος να θεωρούνται τα πανεπιστήμιά μας ως αυτοτελή στα όσα γίνονται, χωρίς συνεργούς. Κι αυτό γιατί η τήρηση ή μη της νομιμότητας εμπλέκει αναπόφευκτα και τη Τρίτη Εξουσία (θεωρητικά το 'φρένο' της όποιας ανομίας), χωρίς την εκούσια ή ακούσια ανοχή της οποίας δεν θα γινόντουσαν πολλά από τα στραβά που μας βυθίζουν.
Στον πανεπιστημιακό χώρο, υπάρχουν πολλές περιπτώσεις κάποιων που επίσης δεν 'έσκυψαν' μπροστά σε πόρτες όπως εσύ κι οι φίλοι σου. Μερικοί αφελείς από αυτούς στράφηκαν στη Δικαιοσύνη, αλλά αυτή τους έβαλε στο "περιμένετε στο ακουστικό σας" για χρόνια, οι δε "συνάδελφοι" τους κατέταξαν στους "γραφικούς" και "ανεπιθύμητους".
Φυσικά με τη μεγάλη καθυστέρηση η απονομή δικαιοσύνης αυτοκαταργείται. Ταυτόχρονα αποθαρρύνονται τα θύματα και ενθαρρύνονται οι θύτες, οι οποίοι γνωρίζουν αποδεδειγμένα ότι μπορούν να παρακάμψουν τη νομιμότητα χωρίς ουσιαστικές συνέπειες.
Μια τέτοια περίπτωση είναι η δική μου [www.delaxo.net/cv/EMP/brief.htm], όπου η "αναμονή στο ακουστικό" της δικαιοσύνης συμπληρώνει σε λίγο έξη χρόνια.
Έτσι λοιπόν, μετά από 34 χρόνια θητείας στον ελληνικό πανεπιστημιακό χώρο, αναζητώ διεξόδους στο εξωτερικό για να διοχετεύσω την αγάπη μου στην εκπαίδευση.
Βλέπεις, η γάγγραινα της Ελλάδας -ακαδημαϊκή και μη- βρωμάει αφόρητα...
Σταμάτη η μαρτυρία σου έχει πολιτική βαρύτητα και θα αναδημοσιεύσω.
ΑπάντησηΔιαγραφήη λύση είναι απλή!
ΑπάντησηΔιαγραφήΈΞΩ τα κόμματα από τα πανεπιστήμια...έξω ΟΛΕΣ οι πολιτικές παρατάξεις από το χώρο της εκπαίδευσης!!!
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ καφρίλα έχει πάρει τη θέση της έρευνας και της ελέυθερης διακίνησης των ιδεών στο πανεπιστήμιο...
έξω όλοι!!!
βρε ούστ από δω παλιόσκυλα!!!
Θαυμάσιο κείμενο και πολύ ενημερωτικό για όσους δεν έζησαν στον θαυμαστό κόσμο των ΑΕΙ
ΑπάντησηΔιαγραφήΣταμάτη, προσυπογράφω πλήρως τα όσα καταθέτεις εδώ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚάτι αντίστοιχο συνέβη και στην Ιατρική σχολή του Παν/μίου Αθηνών: τρίτο έτος, από 220 φοιτητές βρεθήκαμε να είμαστε γύρω στους 700! Δεν υπήρχε η δυνατότητα ούτε να ασκηθούμε στοιχειωδώς στα εργαστήρια. Ακόμη θυμάμαι την αγωνία της επικεφαλής του εργαστηρίου Παθολογοανατομίας, για το πού θα μας βάλει να καθήσουμε. Όχι για το τι θα μάθουμε! (Ο ρόλος τους ήταν καθαρά διεκπεραιωτικός). Και φυσικά, πρώτοι- πρώτοι στον κατάλογο των μετεγραφέντων, φιγουράριζαν οι κλώνοι των καθηγητών μας, με κάτι δικαιολογίες απίθανες (Ca όρχεων κλπ),αλλά και οι μετέπειτα συνδικαλιστές, που λίγο αργότερα έκλεισαν τη Σχολή όταν επιχειρήθηκε να θεσμοθετηθεί η έναρξη ειδικότητας μετά από συμμετοχή σε εξετάσεις.Οι άνθρωποι αυτοί βέβαια, είναι οι σημερινοί ρυθμιστές και διαχειριστές της καθεστηκυίας τάξης πραγμάτων στον ακαδημαϊκό χώρο(η πορεία βλέπετε, είναι προδιαγεγραμμένη) και ουδόλως επιθυμούν να αλλάξει η τελευταία.
Η κομματοκρατία που κυριάρχησε στα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα τις τελευταίες δεκαετίες, θεωρώ ότι είναι η πηγή του κακού, αυτή που διαμόρφωσε επιθετικές ιδιοτέλειες και επέτρεψε την επιβολή των μετρίων.
Μπορούμε άραγε να ελπίσουμε ότι κάποτε θα αλλάξουν όλα αυτά;
Δεν λέτε και κανένα όνομα, από αυτούς τους αλεξιπτωτιστές με τις ανίατες ασθένειες που ιάθηκαν; Κυρίως αυτούς που είναι στην πολιτική σκηνή σήμερα, ή έχουν γίνει και καθηγητάδες στα πανεπιστήμια;
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίμαι περίεργος;
Μόλις μιλήσαμε για ονόματα, έπεσε βαθειά σιωπή...
ΑπάντησηΔιαγραφήAγαπητέ ropatos,
ΔιαγραφήΑπό ποιον ακριβώς περιμένετε ονόματα;
Eδώ περιεγράφη μια νοσηρή κατάσταση που ζήσαμε και ζούμε στα πανεπιστήμια και τη χώρα. Η αναφορά ονομάτων αγαπητέ απαιτεί την κατοχή συγκεκριμένων στοιχείων, εγγράφων κτλ, που εγώ δεν έχω στη διάθεση μου. Είμαι γιατρός, δεν είμαι ρεπόρτερ ή ανακριτής. Επίσης εγώ γράφω ΕΠΩΝΥΜΩΣ και όχι με ψευδώνυμο. Για όσους γράφουν με ψευδώνυμο (όπως ΕΣΕΙΣ) η ανέξοδη αναφορά ονομάτων είναι πολύ ευκολότερη. Ιδού η Ρόδος...
Καθυστερημένη απάντηση:
ΔιαγραφήΈχεις δίκιο. Εύκολο να ζητώ ονόματα από σένα, την ώρα που εγώ γράφω με ψευδώνυμο. Και αυτά που είπες και έκανες, και αξιέπαινα είναι και πολλά. Μπορώ να πω ότι τουλάχιστον συζητήθηκαν στον διάλογο μελών ΔΕΠ του ΑΠΘ. Να είσαι καλά.