Διάβαζα χθές, ότι ήταν η εβδομηκοστή επέτειος ίδρυσης του ΕΑΜ, της μεγαλύτερης αντιστασιακής οργάνωσης κατά τη διάρκεια της κατοχής, και με έναν αλλόκοτο και επιφανειακά ανεξήγητο τρόπο (ξέρετε τώρα πόσο μυστήριοι μπορεί να είναι οι λαβύρινθοι των συνειρμών) το μυαλό μου πήγε στους «αντάρτες» βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας. Έχει καταστεί εξαιρετικά σύνηθες πλέον, προ μιας κρίσιμης ψηφοφορίας στη Βουλή (μνημόνιο, μεσοπρόθεσμο, έκτακτα φορολογικά μέτρα κοκ) να αρχίζουν το σεργιάνι στους ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς διαύλους διάφοροι «κοινωνικά ευαίσθητοι» βουλευτές της συμπολίτευσης (οι άλλοι φαίνεται είναι «κοινωνικά αναίσθητοι») για να εκφράσουν τη διαφωνία τους στα μέτρα που πρόκειται να εισαχθούν προς ψήφιση, δηλώνοντας πως ενδεχομένως θα τα καταψηφίσουν, πως έχουν τρομερό συνειδησιακό πρόβλημα, πως τα μέτρα αντίκεινται στην ιδεολογία τους, πως ενδέχεται να παραιτηθούν και εν τέλει αφού δημοσιοποιήσουν την υποτιθέμενη διαφωνία τους, πάνε στο κοινοβούλιο και....(οποία έκπληξις) τα ψηφίζουν.
Τελευταίος κρίκος σε αυτήν την αλυσίδα ήταν η περίπτωση του κατά τα άλλα συμπαθούς κυρίου Γιάννη Βούρου (έτι δε συμπαθέστερου σε εμένα λόγω οπαδικών φρονημάτων-πονεμένος ΑΕΚτζής και αυτός), ο οποίος αφού «αποκάλυψε» πως διαφωνεί με το νέο τέλος στα ακίνητα και σκέφτεται να παραιτηθεί, το άφησε να αιωρείται και εν τέλει υπαναχώρησε και πειθάρχησε. Αυτού του είδους η συμπεριφορά από κυβερνητικούς βουλευτές δεν είναι πρωτόγνωρη. Τα ίδια γίνονταν και προς το τέλος της κυβερνητικής θητείας της προηγούμενης κυβέρνησης (που μάλιστα είχε και ισχνή πλειοψηφία μίας μόλις έδρας στη βουλή), όπου διάφοροι συμπολιτευόμενοι βουλευτές «διαφοροποιούνταν», «διαφωνούσαν», «απειλούσαν» και στο τέλος ψήφιζαν «συντεταγμένα» (θυμηθείτε π.χ. τη δραματική ψηφοφορία για τυχόν παραπομπή-αμ’δε- στη δικαιοσύνη του κουνούντος το δάχτυλο τέως υπουργού Αιγαίου). Θα πρέπει μάλιστα να αναγνωρισθεί, ότι οι σημερινοί κυβερνητικοί βουλευτές βρίσκονται μπροστά σε μιας πρωτοφανούς οξύτητας κρίση και αντιμετωπίζουν ιστορικής βαρύτητας διλήμματα, είναι δε σαφές ότι εύκολες και προφανείς λύσεις, απλά δεν υπάρχουν. Όπως και να έχει πάντως το ζήτημα, και ανεξάρτητα από τις αφόρητες πιέσεις που μπορεί να δέχονται οι βουλευτές και τα πιθανώς υπαρκτά πολιτικά, ιδεολογικά,συνειδησιακά ή και υπαρξιακά ακόμη διλήμματα τους, μπορεί βάσιμα να υποθέσει κανείς ότι οι «διαφοροποιήσεις» τους, εφ’όσον δεν μεταφράζονται σε ψήφο, είναι απολύτως προσχηματικές και γίνονται είτε για να γίνουν αρεστοί στους στενάζοντες από την οικονομική κρίση (ερήμωση πια) ψηφοφόρους τους, είτε ακόμη χειρότερα, με την προσδοκία ότι μπορεί να επιλεγούν και για υπουργοποίηση (για να σταματήσουν το «αντάρτικο») σε κάποιον προσεχή ανασχηματισμό.
Και τίποτα όμως να μην ισχύει από όλα αυτά (που κατά πάσα πιθανότητα ισχύουν) υπάρχει ένα μείζον ζήτημα με την λειτουργία του κοινοβουλευτισμού, του πολιτεύματος δηλαδή, στην χώρα. Η αμιγώς ελληνική έννοια-πατέντα της «κομματικής πειθαρχίας» (άλλως γνωστή και ως «στρούγκα» ή «μαντρί») προσβάλει ευθέως το σύνταγμα και τον κοινοβουλευτισμό. Οι βουλευτές είναι κατά σύνταγμα αντιπρόσωποι του έθνους (άρθρο 51, παρ 2) και όχι στρατιώτες κομματικών στρατευμάτων, έχουν δε απεριόριστο δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση (άρθρο 60, παρ 1). Πουθενά δεν αναφέρεται στο σύνταγμα ότι τα δικαιώματα αυτά υπόκεινται στον περιορισμό της κομματικής πειθαρχίας, έννοιας απολύτως αδιανόητης για την λειτουργία των κοινοβουλίων οποιασδήποτε προοδευμένης δημοκρατικής χώρας. Και αν τα θέματα συνταγματικότητας δεν είμαστε ίσως αρμόδιοι για να τα κρίνουμε, ως πολίτες δικαιούμαστε και υποχρεούμαστε να απαιτούμε από τους εκπροσώπους μας στο κοινοβούλιο να υπερασπίζονται ευθαρσώς και με γενναιότητα τις όποιες απόψεις τους και το κυριότερο να τις μετατρέπουν σε ψήφο. Αν πιέζονται ψυχολογικά και δεν μπορούν να το αντέξουν, υπάρχει πάντα ο έντιμος δρόμος της παραίτησης. Ουδείς άλλωστε τους υποχρεώνει να παραμένουν στους βουλευτικούς θώκους.
Υ.Γ. 1. Το σκίτσο είναι του Γιάννη Ιωάννου (Έθνος).
Υ.Γ. 2. Νομίζω ότι το διάβασα στο http://www.protagon.gr/ : Xθες ο Πρωθυπουργός πήρε δύο ακόμη (τελευταίες) ευκαιρίες : μία από την Μέρκελ και μία από το Βούρο.
Τελευταίος κρίκος σε αυτήν την αλυσίδα ήταν η περίπτωση του κατά τα άλλα συμπαθούς κυρίου Γιάννη Βούρου (έτι δε συμπαθέστερου σε εμένα λόγω οπαδικών φρονημάτων-πονεμένος ΑΕΚτζής και αυτός), ο οποίος αφού «αποκάλυψε» πως διαφωνεί με το νέο τέλος στα ακίνητα και σκέφτεται να παραιτηθεί, το άφησε να αιωρείται και εν τέλει υπαναχώρησε και πειθάρχησε. Αυτού του είδους η συμπεριφορά από κυβερνητικούς βουλευτές δεν είναι πρωτόγνωρη. Τα ίδια γίνονταν και προς το τέλος της κυβερνητικής θητείας της προηγούμενης κυβέρνησης (που μάλιστα είχε και ισχνή πλειοψηφία μίας μόλις έδρας στη βουλή), όπου διάφοροι συμπολιτευόμενοι βουλευτές «διαφοροποιούνταν», «διαφωνούσαν», «απειλούσαν» και στο τέλος ψήφιζαν «συντεταγμένα» (θυμηθείτε π.χ. τη δραματική ψηφοφορία για τυχόν παραπομπή-αμ’δε- στη δικαιοσύνη του κουνούντος το δάχτυλο τέως υπουργού Αιγαίου). Θα πρέπει μάλιστα να αναγνωρισθεί, ότι οι σημερινοί κυβερνητικοί βουλευτές βρίσκονται μπροστά σε μιας πρωτοφανούς οξύτητας κρίση και αντιμετωπίζουν ιστορικής βαρύτητας διλήμματα, είναι δε σαφές ότι εύκολες και προφανείς λύσεις, απλά δεν υπάρχουν. Όπως και να έχει πάντως το ζήτημα, και ανεξάρτητα από τις αφόρητες πιέσεις που μπορεί να δέχονται οι βουλευτές και τα πιθανώς υπαρκτά πολιτικά, ιδεολογικά,συνειδησιακά ή και υπαρξιακά ακόμη διλήμματα τους, μπορεί βάσιμα να υποθέσει κανείς ότι οι «διαφοροποιήσεις» τους, εφ’όσον δεν μεταφράζονται σε ψήφο, είναι απολύτως προσχηματικές και γίνονται είτε για να γίνουν αρεστοί στους στενάζοντες από την οικονομική κρίση (ερήμωση πια) ψηφοφόρους τους, είτε ακόμη χειρότερα, με την προσδοκία ότι μπορεί να επιλεγούν και για υπουργοποίηση (για να σταματήσουν το «αντάρτικο») σε κάποιον προσεχή ανασχηματισμό.
Και τίποτα όμως να μην ισχύει από όλα αυτά (που κατά πάσα πιθανότητα ισχύουν) υπάρχει ένα μείζον ζήτημα με την λειτουργία του κοινοβουλευτισμού, του πολιτεύματος δηλαδή, στην χώρα. Η αμιγώς ελληνική έννοια-πατέντα της «κομματικής πειθαρχίας» (άλλως γνωστή και ως «στρούγκα» ή «μαντρί») προσβάλει ευθέως το σύνταγμα και τον κοινοβουλευτισμό. Οι βουλευτές είναι κατά σύνταγμα αντιπρόσωποι του έθνους (άρθρο 51, παρ 2) και όχι στρατιώτες κομματικών στρατευμάτων, έχουν δε απεριόριστο δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση (άρθρο 60, παρ 1). Πουθενά δεν αναφέρεται στο σύνταγμα ότι τα δικαιώματα αυτά υπόκεινται στον περιορισμό της κομματικής πειθαρχίας, έννοιας απολύτως αδιανόητης για την λειτουργία των κοινοβουλίων οποιασδήποτε προοδευμένης δημοκρατικής χώρας. Και αν τα θέματα συνταγματικότητας δεν είμαστε ίσως αρμόδιοι για να τα κρίνουμε, ως πολίτες δικαιούμαστε και υποχρεούμαστε να απαιτούμε από τους εκπροσώπους μας στο κοινοβούλιο να υπερασπίζονται ευθαρσώς και με γενναιότητα τις όποιες απόψεις τους και το κυριότερο να τις μετατρέπουν σε ψήφο. Αν πιέζονται ψυχολογικά και δεν μπορούν να το αντέξουν, υπάρχει πάντα ο έντιμος δρόμος της παραίτησης. Ουδείς άλλωστε τους υποχρεώνει να παραμένουν στους βουλευτικούς θώκους.
Υ.Γ. 1. Το σκίτσο είναι του Γιάννη Ιωάννου (Έθνος).
Υ.Γ. 2. Νομίζω ότι το διάβασα στο http://www.protagon.gr/ : Xθες ο Πρωθυπουργός πήρε δύο ακόμη (τελευταίες) ευκαιρίες : μία από την Μέρκελ και μία από το Βούρο.
Αγαπητέ Στάμο, έχεις απόλυτο δίκιο σε όσα γράφεις.
ΑπάντησηΔιαγραφήΦαίνεται πως οι Έλληνες βουλευτές στην πλειοψηφία τους, έχουν απωλέσει κάθε έννοια αυτοδιάθεσης,έχουν διαγράψει από την κοινοβουλευτική πρακτική το συνταγματικά επιβαλλόμενο καθήκον της ψήφου κατά συνείδηση,έχοντας ως μοναδική μέριμνα τη συμμόρφωση με τους κομματικούς κανόνες, υπό το φόβο της απώλειας των προνομίων που συνεπάγεταιη βουλευτική ιδιότητα. Είναι απογοητευτικό. Στη χώρα που γέννησε τη δημοκρατία να έχει περιέλθει ο κοινοβουλευτισμός σε τέτοια χάλια! Εικόνα ταυτόσημη με προβατώδη κατάσταση.
Eλένη,
ΑπάντησηΔιαγραφήσε ευχαριστώ για το σχόλιο σου.
Νομίζω πάντως ότι βρίσκουν και τα κάνουν.
Έχουμε ευθύνες και εμείς. Είμαστε στην πλειοψηφία μας στην καλύτερη περίπτωση απαθείς και στη χειρότερη επικροτούμε τέτοιου είδους συμπεριφορές στην κάλπη.