Πρόκειται για σχόλια δημοσιευμένα τον Ιούνιο του 2011 στο ιστολόγιο της Ανεξάρτητης Κίνησης Ιατρών
http://iatriko-forum.blogspot.com/
ΤΕΤΆΡΤΗ, 29 ΙΟΥΝΊΟΥ 2011
Nαι ή Όχι
Μετά από ένα δίμηνο ραγδαίων ενίοτε δραματικών και ενίοτε εντέχνως δραματοποιημένων πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων ψηφίζεται σήμερα (ας μην υπάρχει καμία αμφιβολία ότι θα ψηφισθεί, ακόμη και εάν δεν επαρκούσαν οι ψήφοι των κυβερνητικών βουλευτών, υπάρχουν έτοιμοι να το ψηφίσουν αν χρειασθεί βουλευτές της μείζονος και ελάσσονος αντιπολίτευσης) το λεγόμενο μεσοπρόθεσμο (είναι πάντως εντυπωσιακή, από παλαιά, η ικανότητα του ΠΑΣΟΚ να χρησιμοποιεί και να αλλάζει τις λέξεις και τα νοήματα, από το εξαιρετικά πλέον αρνητικά φορτισμένο μνημόνιο περάσαμε στο πιο ουδέτερο μεσοπρόθεσμο, όρο που υπαινίσσεται και χρόνο εξόδου από το τούνελ). Η αίσθηση η δική μου είναι ότι η κοινοβουλευτική ψηφοφορία και το εικαζόμενο αποτέλεσμα της (καλώς ή κακώς) δεν απηχεί τις απόψεις και τις ισορροπίες που έχουν διαμορφωθεί στην ελληνική κοινωνία. Εκτιμώ δηλαδή ότι η βεβαία, κατά τη γνώμη μου, υπερψήφιση του μεσοπροθέσμου έρχεται σε αντίθεση με το λαϊκό αίσθημα. Είναι επίσης βέβαιο και δηλωμένο από αρκετούς βουλευτές της κυβέρνησης αλλά και της αντιπολίτευσης ότι θα ψηφίσουν ενάντια στην άποψη τους ή και στην συνείδηση τους για λόγους είτε κομματικής πειθαρχίας είτε ευρύτερου εκβιαστικού πειθαναγκασμού. Προκύπτει λοιπόν ουσιαστικό θέμα δημοκρατικής και πολιτικής νομιμοποίησης. Πάρα ταύτα οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες φρονώ ότι πρέπει να γίνονται σεβαστές και να διεξάγονται ακωλύτως (οι βουλευτές έχουν δικαίωμα να προσέρχονται στη Βουλή, όπως βέβαια και οι πολίτες έχουν το δικαίωμα να διαδηλώνουν μαζικά, μαχητικά και ειρηνικά χωρίς να λούζονται καθημερινά από κάθε είδους χημικά και δακρυγόνα, οι προμηθευτές δακρυγόνων φαίνεται πως πληρώνονται πάντα κανονικά). Η συζήτηση όμως και η διαμάχη για το μεσοπρόθεσμο και το δρόμο που έχει πάρει η χώρα δεν σταματά στην σημερινή ψηφοφορία. Υπάρχουν σοβαρές αντιθέσεις αλλά υπάρχουν και κοινοί τόποι. Υπέρμαχοι και πολέμιοι του μεσοπροθέσμου συμφωνούν ως προς το εξής: με ή χωρίς μεσοπρόθεσμο η μακροχρόνια εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους από μια παγιδευμένη στο βρόγχο λιτότητας-υπερφορολόγησης-ύφεσης οικονομία και κοινωνία είναι αδύνατη. Είναι κοινός τόπος ότι θα χρειασθεί μια ισχυρή αναπτυξιακή ώθηση (ένα είδος νέου σχεδίου Μάρσαλ) με παράλληλη ελάφρυνση του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους, αλλιώς το χρεοστάσιο είναι μαθηματικώς βέβαιο. Όσοι λένε ΝΑΙ στο μεσοπρόθεσμο πιστεύουν ότι αυτό θα γίνει με τη σύμφωνη γνώμη και κεφάλαια των δανειστών μας, αν κάνουμε τώρα ότι αυτοί επιτάσσουν, γιατί είναι προς το συμφέρον και των δανειστών μας να τα καταφέρουμε και όσοι λένε ΟΧΙ πιστεύουν ακράδαντα ότι θέμα στάσης πληρωμών τώρα δεν υπάρχει, ότι η πέμπτη δόση θα καταβληθεί ούτως ή άλλως διότι άλλως το ντόμινο που θα πυροδοτούνταν θα έκαιγε όλη την ευρωζώνη και ίσως όχι μόνο και ότι τώρα έχουμε αυτό το ισχυρό όπλο διαπραγμάτευσης, όπλο που δεν θα υπάρχει πιθανώς σε μερικούς μήνες, οπότε ίσως θα μας ξεφορτωθούν με μικρότερο κόστος για αυτούς οι εταίροι μας και αφού έχουμε ξεπουλήσει τη δημόσια περιουσία.
Διάβασα και παραθέτω δύο σημαντικά, νομίζω, άρθρα, δύο υπερασπιστών των δύο επιλογών. Η επιχειρηματολογία τους αξίζει της προσοχής μας.
Γιατί θα ψήφιζα «ναι»
του Φοίβου Καρζή
Σήμερα το πρωί βρίσκομαι στην ιδιαίτερα προνομιούχο θέση να μην κατέχω καμμία από τις 300 έδρες της περικυκλωμένης από εύλογη αγανάκτηση Βουλής. Επομένως δεν βρίσκομαι στην ανάγκη να επιλέξω εάν θα πω “ναι” ή “όχι” στο Μεσοπρόθεσμο, δίλημμα από το οποίο οι κομματικές πειθαρχίες μπορούν να βγάλουν μόνον βουλευτές ανάξιους του τίτλου και της εμπιστοσύνης των πολιτών και ψηφοφόρων τους. Οι περισσότεροι πολίτες, όμως, αυτής της χώρας έχουμε αναρωτηθεί τι θα κάναμε, αν έπρεπε σε λίγη ώρα να δώσουμε εμείς την απάντηση. Σε αυτή την πόλη, που πρώτη σκάλισε το “ναι” και το “όχι” πάνω σε ένα σπασμένο κεραμίδι, είναι λυτρωτική η φυσική ροπή των ανθρώπων να παίρνουν θέση, με δημόσιο λόγο, τις κρίσιμες ώρες.
Θα προσπαθήσω, λοιπόν, να εξηγήσω γιατί, παρά τη σπαραχτική εικόνα της Αθήνας που περπάτησα χτες το απόγευμα, με χιλιάδες ανθρώπους να κυκλοφορούν σαν σκιές, με τα πρόσωπά τους καλυμμένα με άσπρη κρέμα και τα μάτια κόκκινα και πρησμένα από τα δακρυγόνα, κάτω από τον ήχο μιας κατανοητής έκρηξης οργής, μέσα στην αποπνικτική κυριολεκτικά και μεταφορικά ατμόσφαιρα των ημερών, αν έπρεπε να ψηφίσω, θα ψήφιζα “ναι” στο Μεσοπρόθεσμο.
Θα ψήφιζα “ναι” από αίσθηση του επείγοντος - πρώτα από όλα για να αποτρέψω την άμεση και ανέκκλητη καταστροφή που, κατά τη γνώμη μου, συνιστά η χρεοκοπία της χώρας. Υπάρχει, τις τελευταίες μέρες ιδιαίτερα, μια φιλολογία ότι οι Ευρωπαίοι “μπλοφάρουν” και μας εκβιάζουν, αλλά πρακτικά δεν έχουν άλλο δρόμο από το να μας βοηθήσουν, να δώσουν τη δόση όποια κι αν είναι η στάση της Ελλάδας και η ψήφος της Βουλής. Αλλά είναι εντελώς αδιανόητο για μια χώρα (και για έναν αντιπρόσωπο των πολιτών) να αναλάβει τέτοιο κίνδυνο, με χαρτοπαικτικούς και όχι πολιτικούς όρους. Δεν γνωρίζω εάν οι Ευρωπαίοι έχουν ή δεν έχουν “plan B” για τον εαυτό τους. Γνωρίζω, όμως, ότι κανείς από όσους πιστεύουν και προβάλλουν τη θεωρία της “μπλόφας” δεν έχει περιγράψει, έστω στοιχειωδώς, ποιο είναι το “plan B” για την Ελλάδα στην περίπτωση που καταψηφίσει και διαπιστώσει την επομένη ότι δεν μπλόφαραν.
Θα ψήφιζα “ναι” όχι ξέροντας, αλλά επειδή ακριβώς κανείς δεν ξέρει ποια θα ήταν η επόμενη μέρα ενός “όχι” για την Ευρώπη. Οι Ευρωπαίοι έχουν κάνει πλήθος βαρύτατων πολιτικών σφαλμάτων στην οικοδόμηση της οικονομικής ένωσης, όπως και στο χειρισμό της ελληνικής κρίσης. Φέρουν το βάρος αυτών των σφαλμάτων. Στην περίπτωση ενός ντόμινο, ο πρώτος πρόχειρος για σταύρωση “ένοχος” θα ήταν η Ελλάδα, ως “αναξιόπιστη εταίρος” και “αιτία της καταστροφής”. Τέτοιο ασήκωτο βάρος ζητούν να αναλάβει η χώρα όσοι προτείνουν να φλερτάρουμε με τον ξαφνικό θάνατο.
Θα ψήφιζα “ναι” από στοιχειώδη ηθική υποχρέωση προς τους ασθενέστερους συμπολίτες. Γιατί νομίζω λίγοι αμφιβάλλουν πως μια χρεοκοπία είναι διαβατήριο εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη. Και στην οικονομική ερημοποίηση εκείνοι που έχουν περισσότερα να χάσουν είναι εκείνοι που έχουν λιγότερα μέσα για να προστατεύσουν το εισόδημα και την περιουσία τους, εκείνοι που δεν θα μπορούσαν να συσσωρεύουν πλούτο και να τον μετατρέπουν σε περιουσιακά στοιχεία ανθεκτικά στον πληθωρισμό και αόρατα στις κρατικές αρχές. Την καταστροφή θα την πλήρωναν οι φτωχότεροι. Και όσο φτωχότεροι, τόσο ακριβότερα θα πλήρωναν.
Θα ψήφιζα “ναι”, όμως, ακόμη κι πίστευα πως το ευρώ είναι νόμισμα ακατάλληλο για την ελληνική οικονομία και πως συνιστά οικονομικό βάρος για τους Έλληνες. Κι αυτό γιατί, ειδικά για την Ελλάδα, μια χώρα μικρή που αξιοποίησε μια διόλου αυτονόητη ευκαιρία να ενταχθεί στον πυρήνα των ευρωπαϊκών εξελίξεων, το ευρώ αποτελεί ασπίδα ασφάλειας σε μια περιοχή με ιστορικό προηγούμενο διαρκούς αναταραχής. Το ευρώ, διαβατήριο για την ελίτ των παγκόσμιων κέντρων αποφάσεων, ακόμη κι αν ήταν οικονομικό άχθος, η Ελλάδα για πολιτικούς και γεωστρατηγικούς λόγους θα έπρεπε να το κρατήσει με κάθε θυσία.
Θα ψήφιζα “ναι” όχι μόνο με τα κριτήρια του Έλληνα αλλά και με τη σκέψη στην Ευρώπη. Γιατί δεν θα ήθελα ποτέ να δω να δικαιώνονται και να κερδίζουν όσοι έχουν στοιχηματίσει στην κατάρρευση της χώρας και είναι έτοιμοι να επανεπενδύσουν τα κέρδη τους, αυξάνοντας την ισχύ και επομένως τις πιθανότητες επιτυχίας τους, στην κατάρρευση μιας επόμενης χώρας-στόχου. Γιατί το “όχι”, αν μεταφραστεί στις ακραίες συνέπειές του, χωρίς να έχει τέτοια πρόθεση, οδηγεί ωστόσο στην επιβράβευση και την ενίσχυση του πιο άγριου και αδυσώπητου καπιταλιστικού παιχνιδιού, σε βάρος των πιο αδύναμων χωρών και των πιο αδύναμων λαών.
Θα ψήφιζα “ναι” παρά τις επιφυλάξεις μου για τους βίαιους ρυθμούς που επιβάλλονται στις ιδιωτικοποιήσεις, ιδιαίτερα για τη συγκεκριμένη μορφή ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ και την ανάγκη διατήρησης μιας στρατηγικής παρουσίας του δημόσιου τομέα στην ενέργεια.
Θα ψήφιζα “ναι” παρότι η φορολογική καταιγίδα απειλεί να πνίξει και να αναιρέσει τις προϋποθέσεις αναδημιουργίας της μεσαίας τάξης της χώρας, που αποτελεί τον κρισιμότερο κοινωνικό μετασχηματισμό των επόμενων χρόνων.
Θα ψήφιζα “ναι” γιατί θεωρώ πως στην πολιτική δεν υπάρχουν οριστικές συμφωνίες και όλα είναι σε συνεχή διαπραγμάτευση – στο βαθμό που πείθει κανείς τους άλλους να καθήσουν στο τραπέζι. Ο τρόπος να επαναδιαπραγματευθούμε το Μεσοπρόθεσμο δεν είναι να το απορρίψουμε, αλλά αντίθετα να ξεκινήσουμε μια πειστική εφαρμογή του – και μετά να συζητήσουμε από βάση ισοτιμίας και επάρκειας τις πιθανές αλλαγές. Δεν έχουμε παράφρονες συνομιλητές και τα 200 δις ευρώ που θα έχουν έως τότε δεσμεύσει για την Ελλάδα πείθουν νομίζω τους σχετικά καλόπιστους πως, για το δικό τους συμφέρον φυσικά, θέλουν να συνεργαστούν και όχι να μας καταστρέψουν, κάτι για το οποίο είχαν το τελευταίο 18μηνο τόσες ευκαιρίες όσες και οι ημέρες.
Θα ψήφιζα “ναι”, τέλος, γιατί ακόμη και στην εποχή που τέτοιες διακρίσεις φαίνονται ξεπερασμένες θεωρώ τον εαυτό μου αριστερό. Το Μεσοπρόθεσμο περιλαμβάνει ένα σκέλος ιδιωτικοποιήσεων, που ασφαλώς έχει νεοφιλελεύθερη καταγωγή και αποτυπώνει τη δραματική κατάσταση των δημόσιων οικονομικών. Την ίδια ώρα, ωστόσο, ακούω τις τελευταίες ημέρες Ευρωπαίους πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες (ο τελευταίος ήταν ο βαν Ρομπάι) να επαναλαμβάνουν ότι στην Ελλάδα το κρίσιμο είναι να πληρώνουν όλοι τους φόρους τους. Η φορολογική διαφάνεια πρώτα από όλα και αμέσως μετά η φορολογική δικαιοσύνη είναι το πιο “αριστερό” αίτημα που μπορεί να προβληθεί σήμερα, προϋπόθεση για την άσκηση οποιασδήποτε κοινωνικής πολιτικής. Η φοροδιαφυγή και η μαύρη οικονομία, που νομιμοποιείται με κατά καιρούς άρσεις του “πόθεν έσχες”, “περαιώσεις” και άλλες αντίστοιχες πράξεις ντροπής και αναλγησίας, είναι ό,τι πιο συντηρητικό, αναχρονιστικό και “δεξιό” λειτουργεί σήμερα στην Ελλάδα. Υπονομεύει το αίσθημα δικαίου, διαβρώνει την κοινωνική συνοχή, καθημάσσει τις αξίες, αποθαρρύνει την προσπάθεια, απογοητεύει τους νεώτερους και, τελικά, επιβάλλει μια τριτοκοσμική συνθήκη ανομίας, που υποθάλπεται και ανακυκλώνεται μέσα από την άνομη σχέση αυτού του γκρίζου κόσμου της νύχτας, των στοιχημάτων, της νομιμοποίησης μαύρου χρήματος, με το πολιτικό σύστημα που του παρέχει ανοχή, αν όχι ευθέως προστασία. Δεν υπάρχει εξυγίανση ποτέ και πουθενά χωρίς να σπάσει το απόστημα της φοροδιαφυγής και της απόκρυψης εισοδήματος. Η Βουλή αξίζει την κατακραυγή που ακούει και μόνο για το γεγονός ότι επέτρεψε ή απέτυχε στον έλεγχο αυτής της κατάστασης που είναι σήμερα καταστροφικά κυρίαρχη στη χώρα. Είναι κρίμα για την Ελλάδα που χρειάζεται έναν εξωτερικό καταναγκασμό για να αγγίξει αυτό που είναι κορυφαία προτεραιότητα, αλλά εν τέλει είναι παρήγορο ότι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αυτό συμβαίνει.
Θα ψήφιζα “ναι” παρότι η πρώτη φάση εφαρμογής του Μνημονίου υπήρξε κάτι περισσότερο από απογοητευτική σε αυτόν τον τομέα. Η εφαρμογή δίνει το πολιτικό πρόσημο στις ρυθμίσεις και η εφαρμογή ήταν απολύτως ετεροβαρής και κοινωνικά αποσαθρωτική. Οι οριζόντιες περικοπές εφαρμόστηκαν πλήρως και αμέσως, η περιστολή της φοροδιαφυγής αποσπασματικά και αναποτελεσματικά. Δεν ήταν στις προδιαγραφές του. Μέσα από την πράξη, ως αποτέλεσμα, το Μνημόνιο έγινε “δεξιό”. Με τον αντίστοιχο τρόπο μπορεί το Μεσοπρόθεσμο να αποκτήσει, αν όχι διαφορετικό, πάντως πιο ισορροπημένο πρόσημο. Θα ψήφιζα, λοιπόν, “ναι” στο Μεσοπρόθεσμο με την πεποίθηση ότι θα κριθεί στην εφαρμογή του.
Ο Φοίβος Καρζής είναι δημοσιογράφος
...και...
Γιατί θα ψήφιζα «όχι»
του Γιάνη Βαρουφάκη
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε, από όσο διαβάζω, ότι αν ήταν ο οριακός βουλευτής του οποίου η ψήφος θα καθόριζε την τύχη του Μεσοπρόθεσμου θα ψήφιζε ΝΑΙ, αντί για το ΟΧΙ που τώρα θα ψηφίσει συμπλέοντας με την γραμμή του κόμματός του. Όπερ μεθερμηνευόμενο, ο κ. Μητσοτάκης θα ψηφίσει στρατηγικά και όχι κατά συνείδηση.
Ο ορισμός της στρατηγικής ψήφου είναι απλός: Ψηφίζεις όχι αυτό που πιστεύεις αλλά εκείνο που νομίζεις ότι θα βοηθήσει καλύτερα στην επίτευξη του στόχου σου. Π.χ. σε μια μονοεδρική περιφέρεια το κόμμα που σε εκφράζει καλύτερα μπορεί να είναι μακράν τρίτο και, για αυτό τον λόγο, ώστε να μην εκλέξει βουλευτή το κόμμα το οποίο αντιπαθείς περισσότερο, ψηφίζεις το κόμμα που αντιπαθείς λιγότερο μεταξύ των δύο μεγαλύτερων (αντί για το κόμμα που πραγματικά σε εκφράζει).
Η στρατηγική ψήφος έχει τις χρήσεις και την λογική της. Όχι όμως στην περίπτωση του Μεσοπρόθεσμου. Σε αυτή την περίπτωση, που οι αντένες του κόσμου όλου είναι στραμμένες στην Βουλή των Ελλήνων, και το μέλλον της Ευρώπης κρίνεται από το μήνυμα που θα στείλει η Βουλή μας στο Ευρωπαϊκό κέντρο, θεωρώ πως η καλύτερη στρατηγική ψήφος είναι το να ψηφίσει κανείς εκείνο που θα ψήφιζε αν οι υπόλοιποι βουλευτές ήταν μοιρασμένοι 50-50. Οπότε η συμβουλή μου στον Κυριάκο Μητσοτάκη θα ήταν να ψηφίσει ΝΑΙ. Για τον ίδιο λόγο που εγώ θα ψήφιζα... ΟΧΙ.
Γιατί θα ψήφιζα ΟΧΙ αν η τύχη του Μεσοπρόθεσμου εξαρτάτο από την δική μου ψήφο; Σε μια τέτοια περίπτωση θα βρισκόμουν αντιμέτωπος με το σκεπτικό που κυριαρχεί στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης και αποτελεί το επιχείρημα της 'καλής κοινωνίας' (ή των very serious persons όπως τους αποκαλεί ο Paul Krugman): Η ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου αποτρέπει την στάση πληρωμών εν μέσω του Ιουλίου (καθώς μας εξασφαλίζει την 5η δόση του πρώτου Μνημονιακού δανείου) και δίνει χρόνο στην ΕΕ να βρει μια πιο μόνιμη λύση στο ελληνικό πρόβλημα χρέους, προωθώντας παράλληλα μεταρρυθμίσεις και ιδιωτικοποιήσεις που έπρεπε, έτσι κι αλλιώς, να γίνουν. Όσο για τις κατάφωρες αδικίες που εμπεριέχει, μας λένε, περιμένετε να δείτε τι κακό θα έβρισκε τους αδύνατους αν καταψηφιζόταν το Μεσοπρόθεσμο, αναγκαζόμασταν σε στάση πληρωμών, κατέρρεε ίσως το ευρώ και επιστρέφαμε σε μια πληθωριστική δραχμή χωρίς κανείς να μας δανείζει. Τώρα θα σας πω γιατί αυτό το σενάριο δεν θα με έπειθε.
Πρώτον, επειδή είμαι απόλυτα σίγουρος ότι η 5η δόση, του Ιουλίου, είναι εξασφαλισμένη ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας. Δεν είναι μόνο ότι το λένε οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι πολιτικοί ηγέτες μας . Ούτε το ότι ο ίδιος ο κ. Ρεν (που σήμερα εμφανίζεται ανένδοτος) πριν από λίγες μέρες, όταν φαινόταν ότι ο έλληνας πρωθυπουργός μπορεί να μην κατάφερνε να το περάσει από την Βουλή, είχε πει ότι η ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου δεν αποτελεί προαπαιτούμενο για την 5η δόση. Υπό αυτή την έννοια, αποτελεί πλάνη το επιχείρημα ότι η ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου είναι προαπαιτούμενο για την 5η δόση. Το αντίθετο συμβαίνει: Επειδή η υπερψήφιση του Μεσοπρόθεσμου είναι εξασφαλισμένη ο κ. Ρεν (εκφράζοντας την τρόικα) την θέτει ως 'προαπαιτούμενο' για την 5η δόση! Ο λόγος που, κατ' εμέ, η 5η δόση είναι εξασφαλισμένη είναι απλός: Η ΕΕ δεν έχει προετοιμαστεί, ακόμα, για μια ελληνική στάση πληρωμών και τον αντίκτυπό τους στο διατραπεζικό σύστημα της ευρωζώνης (με τον ορυμαγδό πυροδοτήσεων των CDS που θα ακολουθήσουν να αποτελεί έναν επί πλέον λόγο που η 5η δόση είναι εξασφαλισμένη).
Δεύτερον, επειδή το έχουμε ξαναδεί το έργο. Τον Μάιο του 2010, όταν κάποιοι εξ ημών προειδοποιούσαμε ότι το πρώτο μεγάλο δάνειο θα βαθύνει την Κρίση τόσο εντός των ελληνικών συνόρων όσο και εκτός, μας έλεγαν ότι σφάλουμε - ότι το δάνειο εκείνο εξασφαλίζει τον απαραίτητο χρόνο για να τακτοποιήσει η χώρα τα του οίκου της και να βρει η Ευρώπη μια λύση για το γενικότερο πρόβλημα. Στις 4 Μαΐου 2010 έγραφα εδώ στο protagon.gr τα εξής: "Το Μέγα Δώρο μας στους Ευρωπαίους εταίρους δεν είναι άλλο από το γεγονός ότι η Ελλάδα, ό,τι και να συμβεί στο Ευρωπαϊκό επίπεδο, θα έχει θυσιάσει τουλάχιστον μια γενιά στον βωμό του μηχανισμού ΔΝΤ-Ευρωζώνης (που απλώς αναβάλει την αναπόφευκτη αναδιάρθρωση του χρέους μας). Δεν θα είναι η πρώτη φορά που η κατάρρευσή μας ενδυνάμωσε την Ευρώπη. Το ίδιο συνέβη τότε που η Ρώμη εκπολιτίστηκε από την καταρρέουσα Αθήνα ή που η Άλωση της Πόλης ενδυνάμωσε την Αναγέννηση. Το μόνο που μένει πλέον να ελπίζουμε είναι η αποτυχία του μηχανισμού ΔΝΤ-Ευρωζώνης να μην αργήσει να φανεί ώστε η Ευρώπη να προχωρήσει στο επόμενο βήμα της όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Τουλάχιστον η θυσία μας να πιάσει τόπο." Η αποτυχία φάνηκε. Όλοι την έχουν νιώσει στο πετσί τους. Από την Αθήνα έως το Δουβλίνο και την Λισαβόνα. Το επιχείρημα ότι πρέπει να δώσουμε κι άλλο χρόνο στην Ευρώπη να μην προχωρήσει στο "επόμενο βήμα" αναδύει εντυπωσιακό παραλογισμό.
Τρίτον, επειδή οι ιδιωτικοποιήσεις, ακόμα και να περπατήσουν όπως ονειρεύεται η κυβέρνηση (κάτι αδύνατον), δεν θα καταφέρουν επ' ουδενί να δαμάσουν την εκρηκτικότητα του ποσοστού χρέους της χώρας. [Βλ. το παράρτημα στο οποίο παρέχεται και μία τελική απάντηση στις ενστάσεις του κ. Προκοπάκη για τις προσομοιώσεις στις οποίες βασίζω αυτό το επιχείρημα.] Αντίθετα, δεδομένων των μεγάλων αναγκών που θα προκύψουν από την προδιαγεγραμμένη αναδιάρθρωση, αποτελεί καθήκον μας να κρατήσουμε ό,τι περιουσιακά στοιχεία έχει το δημόσιο για την δύσκολη εκείνη, μελλοντική, συγκυρία.
Τέταρτον, επειδή ήδη παρατηρούμε ότι η απειλή της μη ψήφισης του Μεσοπρόθεσμου (και η παραλίγο κατάρρευση της κυβέρνησης Παπανδρέου) κινητοποίησε τους ευρωπαίους να ερευνήσουν εναλλακτικές λύσεις για το πρόβλημα της ευρωζώνης που, αν και μη ικανοποιητικές, δείχνουν μια σημαντική εγρήγορση. [Στο επόμενο Δελτίον Κρίσης, την Παρασκευή που μας έρχεται, θα εντρυφήσω σε αυτές τις υπό συζήτηση προτάσεις.] Πολύ φοβάμαι ότι αυτή η εγρήγορση θα εξατμιστεί με την ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου ακριβώς όπως συνέβη μετά το πρώτο μεγάλο δάνειο, τον Μάη του 2010. Τότε η Ευρώπη επαναπαύθηκε και, κατόπιν (τον Δεκέμβριο του 2010), αφού υποσχέθηκε μια συνολική λύση-πακέτο, έσπευσε να την... ξεχάσει! Κάτι τέτοιο προδιαγράφεται και τώρα. Ένα ΝΑΙ θα οδηγήσει τους ευρωπαίους και πάλι στην αγκαλιά του Μορφέα. Αντίθετα, ένα ηχηρό ΟΧΙ της Βουλής των Ελλήνων θα υποχρέωνε τους ευρωπαίους ηγέτες μας σε ένα μαραθώνιο διαβουλεύσεων εντός του Ιουλίου που θα οδηγούσαν είτε στην διάσπαση του ευρώ σε δύο, τρία ή τέσσερα νομίσματα είτε στον ορθολογικό επανασχεδιασμό της αρχιτεκτονικής του. Είτε με τον ένα είτε με τον άλλο τρόπο, η Κρίση θα έπαιρνε τον δρόμο επίλυσής της. Αντίθετα, ένα ΝΑΙ θα οδηγήσει σε ακόμα ένα χρόνο στην διάρκεια του οποίου ανεπανόρθωτες ζημιές θα προκληθούν στην ελληνική, αλλά και στην ευρύτερη ευρωπαϊκή, οικονομία.
Εν κατακλείδι, ήρθε πράγματι η ώρα της ευθύνης. Οι βουλευτές θα έπρεπε να ψηφίσουν κατά συνείδηση, ό,τι και να τους συμβουλεύει αυτή. Η βέλτιστη στρατηγική είναι η ψήφος που θα τους επέβαλε η λογική τους στην περίπτωση που είχαν την καθοριστική ψήφο. Στην θέση τους θα ψήφιζα ΟΧΙ. Δυστυχώς αυτό που μάλλον θα συμβεί είναι το εξής: Οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ θα ψηφήσουν ΝΑΙ για τους λάθος λόγους (καθώς ελάχιστοι πιστεύουν στην ικανότητα του Μεσοπρόθεσμου να βγάλει την χώρα από την Κρίση) ενώ οι βουλευτές της ΝΔ θα ψηφήσουν κι εκείνοι ΟΧΙ για τους λάθος λόγους (καθώς γνωρίζουν ότι, όταν έρθουν στην κυβέρνηση, το κόμμα τους δεν θα αμφισβητήσει την λογική του Μνημονίου/Μεσοπρόθεσμου). Έτσι, το μεγάλο θύμα, άλλη μία φορά, θα είναι η αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος, η απώλεια του τελευταίου ψήγματος δημοκρατικής νομιμοποίησης των ασκούμενων πολιτικών (αλλά και εκείνων που προτείνει η αντιπολίτευση) και, εν τέλει, η μεγέθυνση της οικονομικής και της πολιτικής κρίσης τόσο στην Ελλάδα όσο και στην ευρωζώνη.
Στις μέρες που θα ακολουθήσουν, ο κ. Παπανδρέου θα μεταβεί στις Βρυξέλλες, κομίζοντας το Μεσοπρόθεσμο ως διαπιστευτήριο, από όπου θα επιστρέψει με τα νέα παχυλά δάνεια θριαμβευτής (όπως τον Μάιο του 2010 και τον Μάρτιο του 2011) διατρανώνοντας την περηφάνια του για την 'εξασφάλιση' δανείων που, άλλη μία φορά, θα παρουσιαστούν ως εθνικό επίτευγμα. Κατόπιν οι υψηλές θερμοκρασίες θα μας στείλουν στις παραλίες πριν επιστρέψουμε τον Σεπτέμβρη σε μια ακόμα παράταση της ευρωπαϊκής κρίσης, σε ένα ακόμα βάθεμα της ελληνικής κρίσης χρέους, σε μια ακόμα περίοδο που το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι θα υποσκάπτει όχι μόνο τον εαυτό του αλλά και την παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη. Κάποια στιγμή, το σημερινό ΟΧΙ που θα μπορούσε να πει η Βουλή, αλλά που δεν θα τολμήσει να αρθρώσει, θα αποδειχθεί μια μεγάλη, χαμένη ευκαιρία να κερδηθεί πραγματικά ο πολύτιμος χρόνος που σήμερα θα σπαταλήσει ανοήτως το υπερισχύον ΝΑΙ. Εύχομαι όταν θα συμβεί αυτό να μην είναι αργά.
ΤΡΊΤΗ, 28 ΙΟΥΝΊΟΥ 2011
Πνεύμα και Ηθική: Υποκρισίας το Ανάγνωσμα
Στο παρόν σημείωμα θα ήθελα να αναφερθώ σε δύο κατά τη γνώμη μου διαχρονικές πληγές του δημοσίου λόγου στην χώρα μας (και ίσως όχι μόνον), που το τελευταίο ειδικά διάστημα επεκτείνονται σε μια συνειδητή προσπάθεια απομόνωσης κάθε νηφάλιας προσπάθειας προσέγγισης των αιτίων της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης αλλά και αναζήτησης πιθανών διεξόδων. Αναφέρομαι στην ηθικολογία-ηθικισμό και στον «τεχνοκρατικής-επιστημονικής» αυθεντίας λόγο.
Ηθικολογία
Αμφότερες οι αντιμαχόμενες τάσεις στο δημόσιο λόγο και την πολιτική δράση στην χώρα μας, σχηματικά μνημονιακοί-αντιμνημονιακοί, στην κλιμάκωση της ρητορείας τους, τους τελευταίους μήνες επιστρατεύουν όλο και περισσότερο ηθικά προτάγματα..
Οι απολογητές του λεγομένου κόμματος του μνημονίου θέτουν μετ’επιτάσεως τα ζητήματα συλλογικής ευθύνης-ενοχής («μαζί τα φάγαμε»), ατομικής ευθύνης των πολιτών για τις πολιτικές επιλογές («εσείς τους ψηφίζατε») αλλά και μία προτεσταντικής υφής προσέγγιση του ελληνικού προβλήματος σύμφωνα με την οποία η ελληνική κοινωνία υπήρξε αμαρτωλή και έφθασε η ώρα του κολασμού της: φταίξαμε και πρέπει να πληρώσουμε, χρωστάμε και οφείλουμε να επιστρέψουμε τα οφειλόμενα, υπήρξαμε άσωτοι και πρέπει να μεταμεληθούμε. Είναι ένας λόγος γεμάτος πρέπει και ηθικά αξιώματα, ένας λόγος που επιδιώκει τον συνετισμό της κοινωνίας. Είναι η κουλτούρα της αιδούς και της ενοχής: οι ανεπρόκοποι αισχύνονται επειδή είναι ένοχοι και λειτουργούν ως ένοχοι μέσα στην καταισχύνη τους. Σύμφωνα με την λογική αυτή (λογική του κλασσικού φιλελευθερισμού, είναι η αλήθεια) θεωρείται πλέον όχι μόνο φυσικό και αναπότρεπτο αλλά και αξιακά και ηθικά επιβεβλημένο, ότι όποιος δεν φροντίσει να ζει ως επιτυχής μέρμυγκας, οφείλει να υποστεί την μοίρα του άφρονος τζίτζηκα. Δεν είναι πια ο άνεργος αθώο θύμα της αγοράς, που θα μπορούσε να προσβλέπει σε κοινωνική αρωγή και προστασία, είναι ο «μη απασχολήσιμος» που στιγματίζεται ως άχρηστος και ανάξιος. Εφόσον όλα λοιπόν είναι αποτελέσματα λανθασμένων επιλογών, ουδείς δικαιούται να διαμαρτύρεται και η κοινωνική μέριμνα για τους ασθενέστερους από ευθύνη της κοινωνίας και του κράτους μετατίθεται στον ατομικό εθελοντισμό και τις χορηγικές πρακτικές της ατομικής ελεημοσύνης.
Αλλά και η άλλη πλευρά, η πλευρά των σκληρών αντιμνημονιακών, δεν υστερεί σε ηθικολογία. Εδώ έχουμε το στερεότυπο του Λαού (ως ενιαίας πάντα οντότητας) που είναι a priori αθώος και άμεμπτος και διαρκώς εξαπατάται, παρασύρεται και εν τέλει προδίδεται από υστερόβουλες, προδοτικές και δοσιλογικές πολιτικές ηγεσίες. Οι πολιτικοί είναι συλλήβδην αργυρώνητοι, διεφθαρμένοι και διαπλεκόμενοι, και ως εκ τούτου οι πρακτικές διαπόμπευσης τους ηθικά δικαιολογημένες, ενώ από την άλλη, οτιδήποτε λαϊκό καθαγιάζεται ως τέτοιο. Η πάλαι ποτέ ανδρεοπαπανδρεϊκή ρήση «δεν υπάρχουν θεσμοί παρά μόνον ο Λαός» πασπαλίζεται με την (αγνή, νομίζω) ουτοπία της άμεσης δημοκρατίας για να προκύψει ένα επικίνδυνο μείγμα ισοπεδωτικού και αδιέξοδου αντικοινοβουλευτισμού που σε συνθήκες οικονομικής και κοινωνικής κρίσης είναι πιθανότερο να καταλήξει σε κάποιας μορφής ηθικολογούντα ολοκληρωτισμό παρά σε μια γνήσια και αδιαμεσολάβητη αμεσοδημοκρατική πολιτειακή θεσμική συγκρότηση.
Η Tεχνοκρατική –Επιστημονική Αυθεντία- Oι Illuminati
Πέραν της ακατάσχετης ηθικολογίας, μνημονιακοί (κυρίως αυτοί) αλλά και σκληροί αντιμνημονιακοί επιστρατεύουν καθημερινά και την υποτιθέμενη αυθεντία τεχνοκρατών και επιστημόνων για να ισοπεδώσουν την αντίθετη άποψη. Στρατιές οικονομολόγων, τέως και νυν καθηγητών πανεπιστημίου της ημεδαπής και του εξωτερικού, νομικών, think tanks και άλλων «ειδικών» αρθρογραφούν καθημερινά στον τύπο και το διαδίκτυο, προσκαλούνται σε ραδιοφωνικές εκπομπές και τηλεοπτικές συζητήσεις και με το αλαζονικό ύφος της αυθεντίας και του απολύτου επαϊοντος δεν αρκούνται μόνο στο να εκφράσουν τις συνήθως απόλυτες απόψεις τους, αλλά κατακεραυνώνουν και οιονδήποτε «αδαή» τολμήσει να διαφωνήσει μαζί τους. Αν τύχει δε και αντιπαρατίθενται στην ίδια εκπομπή δύο αντιθέτων απόψεων «ειδικοί», η σφοδρότητα της σύγκρουσης τους και του, θα μου επιτρέψετε, «ξεκατινιάσματος» τους, ξεπερνά και αυτό, των όχι και τόσο φημισμένων για το υψηλό τους επίπεδο, πολιτικών.
Για τους μεν μνημονιακούς τεχνοκράτες η συμπεριφορά αυτή είναι πιο ευεξήγητη.
Θα δανειστώ λίγα λόγια του Νίκου Ξυδάκη: Έχουν μια «απροκάλυπτη αποστροφή προς τον λαό και τη λαϊκή κυριαρχία, ενώ ο εκσυγχρονισμός νοείται ως λατρεία μιας δημοκρατίας των διευθυντών, εξ ου και οι πυκνές αναφορές σε κυβερνήσεις τεχνοκρατών, σοφών κ.λπ. Πίσω από τη ρητορική των εκσυγχρονιστών περί αριστείας, συναίνεσης, σωφροσύνης κ.ο.κ. λανθάνει η εδραία πεποίθησή τους ότι ο λαός μπορεί να κυβερνηθεί μόνο από Illuminati, προερχόμενους από συγκεκριμένα σχολεία, κομματικά θερμοκήπια ή συγκεκριμένες οικογένειες και παρέες. Σε ορισμένες περιπτώσεις δεν ισχύει ούτε αυτή η ιδιοτέλεια• επικρατεί η καθαρή ιδεολογία, καθαρή μεν, αλλά τόσο ξεροκέφαλη, που αρνείται να δει την πραγματικότητα, και καταντάει εμμονική ηθικολογία».
Οι δε, σκληροί αντιμνημονιακοί τεχνοκράτες και καθηγητές, πολλοί εκ των οποίων έχουν γίνει πρόσφατα και τηλεοπτικοί αστέρες, φαίνεται πως είτε εκκινούν από όψιμες ναρκισσιστικές φαντασιώσεις ότι ηγούνται του λαϊκού επαναστατικού κινήματος, είτε απλά βλέπουν ότι το κρατικοδίαιτο μοντέλο των επιχορηγήσεων τους νομοτελειακά θα καταρρεύσει και αντιδρούν λυσσαλέα.
Δεν θα πρέπει, επίσης, να διαφεύγει της προσοχής μας, ότι υπάρχουν ισχυρότατα οικονομικά συμφέροντα που, είτε επιθυμούν τη συνέχιση του δρόμου του μνημονίου και του μεσοπροθέσμου, προσδοκώντας μερίδια της υπό εκποίηση περιουσίας του ελληνικού δημοσίου, είτε έχουν ποντάρει στην χρεοκοπία της χώρας μέσω των ασφαλίστρων κινδύνου και επιθυμούν την στάση πληρωμών για να εξαργυρώσουν τα στοιχήματα τους. Και οι μεν και οι δε έχουν τα χρήματα και τα μέσα να στρατολογήσουν «ειδικούς» και τεχνοκράτες για να αρθρογραφούν και να κινδυνολογούν υπέρ της μίας ή της άλλης άποψης προσπαθώντας να μονοπωλήσουν εκατέρωθεν τον δικής τους αντίληψης πατριωτισμό, και μονοδρομώντας τις επιλογές προς τη δική τους κατεύθυνση. Είναι το (θατσερικού coryright, αλλά χρησιμοποιούμενο και από την άλλη όχθη πια) σύνδρομο ΤΙΝΑ: there is no alternative.
Νομίζω ότι οι αγωνιούντες και πιεζόμενοι έλληνες πολίτες προσπαθούν με δυσκολία να επιβιώσουν της κρίσης, να την ερμηνεύσουν και να διακρίνουν τις φωνές που με νηφαλιότητα επιδιώκουν να ψηλαφήσουν τις όποιες λύσεις. Είδωμεν....
Info:
- Kωνσταντίνος Τσουκαλάς. Η επινόηση της ετερότητας.«Ταυτότητες» και «διαφορές» στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Εκδ. Καστανιώτη.
- Hans Morgenthau. Eπιστήμη και πολιτική της ισχύος. Εκδ. Τουρίκη.
- Μυριάμ Ρεβώ Ντ' Αλλόν. Πρέπει η πολιτική να γίνει ηθική. Εκδ. Εστία
- Νίκος Ξυδάκης. Πέραν της δεξιάς και αριστεράς. Καθημερινή 19-06-11
http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathpolitics_2_19/06/2011_1295546
ΚΥΡΙΑΚΉ, 19 ΙΟΥΝΊΟΥ 2011
Malpractice και αστική ευθύνη στον καιρό της κρίσης
Διεξάγονται σήμερα εκλογές στους ιατρικούς συλλόγους Αθηνών και Πειραιά και υπάρχουν πτυχές της άσκησης της ιατρικής στην Ελλάδα που δεν αποτελούν καν αντικείμενο συζήτησης ή προτάσεων από την πλειονότητα των παρατάξεων που ζητούν την ψήφο του έλληνα ιατρού. Σε ένα περιβάλλον βαθειάς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης και προϊούσας αποδόμησης του κοινωνικού ιστού, με τον λεγόμενο κοινωνικό αυτοματισμό (όπου η μία μετά την άλλη οι κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες μπαίνουν στον στόχαστρο των υπολοίπων) να λειτουργεί ως καταφύγιο της πιεζόμενης εξουσίας και του χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος, η σε κάθε ευκαιρία λοιδορούμενη και μηδέποτε αυτοκαθαρθείσα (είναι η αλήθεια) επαγγελματική ομάδα των ιατρών μπαίνει όπως φαίνεται σε περιπέτειες επαγγελματικής και οικονομικής εξόντωσης από δικαστικές αποφάσεις που αφορούν ιατρικά λάθη. Η κοινωνία, αγανακτισμένοι και μη, απαιτεί "αίμα", και επειδή αίμα πολιτικών δεν είναι πιθανό να δούμε να ρέει, οι "φοροφυγάδες, φακελάκηδες, υπερσυνταγογραφούντες και αμελείς" γιατροί θα είναι ίσως "μια κάποια λύσις".
Παραθέτω σχετικό, ιδιαίτερα ενδιαφέρον άρθρο της Γαλήνης Φούρα από την Καθημερινή.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ell_100010_19/06/2011_446341
Θα αποζημιώνει ο γιατρός
Από την περιουσία τους θα πληρώνουν για το ιατρικό λάθος
Γιατροί των δημοσίων νοσοκομείων θα πληρώνουν από τη προσωπική τους περιουσία για –τυχόν– ιατρικά λάθη τους. Εως σήμερα, οι γιατροί είχαν ως «ασφάλεια» όταν καταδικάζονταν από τα δικαστήρια και τα Πειθαρχικά να αναλαμβάνει το νοσοκομείο την καταβολή των ποσών που επιδικάζονταν. Σήμερα, ίσως λόγω και της οικονομικής κρίσης, παρατηρείται το φαινόμενο η αμέλεια να «βαφτίζεται» βαριά αμέλεια από παρέδρους του Ελεγκτικού Συνεδρίου και να γίνεται καταλογισμός κατά περιουσιών γιατρών.
Την ίδια ώρα, διοικήσεις νοσηλευτικών ιδρυμάτων καλούνται να καταβάλουν πολλά εκατομμύρια ευρώ για ιατρικά λάθη που καταγράφηκαν έως και 20 χρόνια πριν, αλλά τελεσιδικούν σήμερα. Σε κάποιες υποθέσεις, η αποζημίωση φτάνει έως και 1 εκατ. ευρώ, ενώ στους προϋπολογισμούς των νοσοκομείων, που το 2011 έχουν περικοπεί κατά 30%, δεν υπάρχει ειδικός κωδικός για ιατρικά λάθη.
«Πού θα βρείτε τα χρήματα;», ρωτάει η «Κ» διοικητή μεγάλου νοσοκομείου των Αθηνών, που εντός των ημερών οφείλει να καταβάλει αποζημίωση 964.000 ευρώ μόνο για δύο υποθέσεις.
«Από τις λειτουργικές δαπάνες», απάντησε με νόημα.
Πρόκειται, δηλαδή, για μια νέα οικονομική βόμβα στα θεμέλια των νοσοκομείων, αφού οι αγωγές λαμβάνουν και στην Ελλάδα, όπως συνέβη στην Αμερική δεκαετίες πριν, μορφή χιονοστιβάδας και τα ελληνικά δικαστήρια στο 80% των περιπτώσεων δικαιώνουν τους ασθενείς και τους οικείους τους. Χαρακτηριστικά, από τις 474 αποφάσεις επί του συνόλου της νομολογίας για την ιατρική ευθύνη, έως σήμερα, μόνον περί τις 100 είναι υπέρ των γιατρών. Το παράδειγμα που ακολουθεί είναι μόνο ενδεικτικό:
Το προαναφερθέν μεγάλο νοσοκομείο της Αθήνας καλείται σήμερα να πληρώσει για ιατρικό λάθος που συνέβη το 1993 530.000 ευρώ, εκ των οποίων 202.000 είναι τόκοι. Ας δούμε όμως και την «οδύσσεια» του ασθενούς. Στις 12 Νοεμβρίου του 1993, 32 ετών, έγγαμος και επαγγελματικά δραστήριος πήγε για εξετάσεις στην Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική του νοσοκομείου. Οι γιατροί του τοποθέτησαν αυθημερόν μόνιμο βηματοδότη, που όπως αποδείχθηκε δεν χρειαζόταν. Το ηλεκτρόδιο του βηματοδότη ήταν μολυσμένο από παθογόνο μικρόβιο, με συνέπεια να πάθει ενδοκαρδίτιδα. Εξαιτίας αυτού εισήχθη στη συνέχεια σε πέντε νοσοκομεία όπου παρέμεινε νοσηλευόμενος πάνω από 110 ημέρες συνολικά, τρεις φορές διακομίσθηκε σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας και υποβλήθηκε σε μια σειρά σοβαρών επεμβάσεων, όπως εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς. Ο ασθενής άσκησε αγωγή κατά της ομάδας των γιατρών που τοποθέτησαν τον βηματοδότη στις 5/4/2001 και δικαιώθηκε από το Διοικητικό Πρωτοδικείο της Αθήνας. Ακολούθησε έφεση του νοσοκομείου, που υποστήριξε ότι έπρεπε να πληρώσει το Πανεπιστήμιο... Η υπόθεση έφτασε στο Συμβούλιο της Επικρατείας, που στις 18/4/2011 τον δικαίωσε τελεσίδικα, 18 χρόνια μετά το ιατρικό λάθος.
«Οι ασφαλίσεις για τους γιατρούς στη χώρα μας είναι ατελείς», λέει στην «Κ» ο δικηγόρος, δρ Ιατρικής Χάρης Πολίτης. «Εκτός από μια μεγάλη ασφαλιστική εταιρεία που πτώχευσε, με αποτέλεσμα πολλοί γιατροί να μείνουν ουσιαστικά ανασφάλιστοι, οι περισσότερες εταιρείες αρνούνται να αποζημιώσουν τα ιατρικά σφάλματα. Αυτό ενισχύει την ανασφάλεια των γιατρών. Πολλές φορές τα λάθη είναι αυταπόδεικτα, συνήθως όμως ανήκουν στην κατηγορία της επιπλοκής που είναι σύμφυτη με το ιατρικό επάγγελμα. Ο γιατρός ταλαιπωρείται με αστικές δίκες που διαρκούν 6 με 10 χρόνια, εάν υπολογιστούν οι αναβολές, τα εφετεία κ. λπ. Τα δικαστήρια εξαντλούν την αυστηρότητά τους στους γιατρούς, πιστεύοντας ότι τους “νουθετούν” αλλά και ασκούν κοινωνική πολιτική, εφ’ όσον τα ασφαλιστικά ταμεία στη χώρα μας δεν καλύπτουν οικονομικά τους ασθενείς».
ΤΕΤΆΡΤΗ, 15 ΙΟΥΝΊΟΥ 2011
Φροντίδα υγείας και ηλικιακός ρατσισμός
Ὅς ἄν τολμήσῃ πατέρα ἤ μητέρα ἤ τούτων πατέρας ἤ μητέρας τύπτειν, πρῶτον μὲν ὁ προστυγχάνων βοηθείτω, καὶ ὁ μὲν μέτοικος ἤ ξένος εἰς προεδρίαν τῶν ἀγώνων καλείσθω βοηθῶν, μὴ βοηθήσας δὲ ἀειφυγίαν ἐκ τῆς χώρας φευγέτω• ὁ δὲ μὴ μέτοικος βοηθῶν μὲν ἔπαινον ἐχέτω, μὴ βοηθῶν δέ, ψόγον• δοῦλος δὲ βοηθήσας μὲν ἐλεύθερος γιγνέσθω, μὴ βοηθήσας δὲ πληγὰς ἑκατὸν τῇ μάστιγι τυπτέσθω. Ἐὰν δέ τις ὄφλῃ δίκην αἰκίας γονέων, πρῶτον μὲν φευγέτω ἀειφυγίαν ἐξ ἄστεως εἰς τὴν ἄλλην χώραν καὶ πάντων ἱερῶν εἰργέσθω, κατελθὼν δὲ θανάτῳ ζημιούσθω. Ἐὰν δέ τις ἐλεύθερος τῷ τοιούτῳ συμφάγῃ ἤ συμπίῃ ἤ τινα τοιαύτην ἄλλην κοινωνίαν κοινωνήσῃ ἤ καὶ μόνον ἐντυγχάνων που προσάπτηται ἑκών, μήτε εἰς ἱερὸν ἔλθῃ μηδὲν μήτ’ εἰς ἀγοράν μήτ’εἰς πόλιν ὅλως πρότερον ἤ καθήρηται.
Πλάτων, Νόμοι
Η αντιμετώπιση των ηλικιωμένων από τα συστήματα υγείας αλλά και από τους λειτουργούς τους (ιατρούς και νοσηλευτές) είναι ένα θέμα που δεν συζητάμε, νομίζω, όσο θα έπρεπε. Οι υπερήλικες είναι ίσως η πολυπληθέστερη, διαρκώς αυξανόμενη και σίγουρα δυσκολότερη στο χειρισμό της ομάδα των ασθενών μας και το ενδιαφέρον μας και η ένταση των προσπαθειών μας για να τους βοηθήσουμε μοιάζει συχνά αντίστροφα ανάλογη της πολυπλοκότητας και της δυσκολίας αντιμετώπισης των προβλημάτων υγείας τους. Όλοι μας, θαρρώ, και ιδιαιτέρως οι νοσοκομειακοί γιατροί έχουμε συλλάβει τον εαυτό μας να προσεγγίζει τον ανήμπορο γέροντα με μια διάθεση ταχείας διεκπεραίωσης, με μία προσέγγιση οικονομίας δυνάμεων (δικών μας) και πόρων (του συστήματος), με το βολικό άλλοθι ότι οι δυνάμεις και οι πόροι αυτοί είναι προτιμότερο να χρησιμοποιηθούν για την αποτελεσματικότερη περίθαλψη νεότερων ασθενών. Το φαινόμενο αυτό είναι εντονότερο στην λειτουργία του δημόσιου συστήματος υγείας (πρωτοβάθμιου και νοσοκομειακού) και πλήττει νομίζω την ομάδα εκείνη του πληθυσμού που το έχει περισσότερη ανάγκη, που δεν έχει άλλες εναλλακτικές λύσεις και καμία δυνατότητα πίεσης. Με δύο λόγια φροντίζουμε λιγότερο αυτούς που μας έχουν χρειάζονται περισσότερο.
Παραπλήσια η εικόνα και από πλευράς νοσηλευτικής φροντίδας. Κατά τεκμήριο υποστελεχωμένες νοσηλευτικές βάρδιες, κουρασμένες και μπουχτισμένες νοσηλεύτριες τείνουν να παραμελούν τους κουραστικούς και δύστροπους γέροντες, των οποίων η φροντίδα εγκαταλείπεται τελικά στα χέρια του κερδοφόρου κυκλώματος των αποκλειστικών.
Όσο σκληρό και αν ακούγεται, ανάλογη είναι συχνά και η στάση των οικείων και των συγγενών των γηραιών ασθενών, που τους αντιμετωπίζουν σε πολλές περιπτώσεις σαν βάρος. Έχει σε πολλούς από εμάς συμβεί να αναγγείλουμε σε συγγενείς υπερηλίκων ασθενών μας την επιτυχή έκβαση των προσπαθειών μας για διάσωση της ζωής τους, για να λάβουμε ως απάντηση μια δύσθυμη και ελαφρώς ένοχη σιωπή, από την συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι δεν απαλλάχθηκαν εν τέλει από την έννοια τους.
Η οικονομική κρίση, η βαθμιαία γήρανση του πληθυσμού, οι μειούμενες χρηματοδοτήσεις των συστημάτων υγείας είναι πραγματικότητες και σε χώρες πλουσιότερες της δικής μας.
Πρόσφατα έγινε γνωστό ότι στις ΗΠΑ και την Αυστραλία συζητείται η σκοπιμότητα και η σχέση κόστους-οφέλους (cost-effectiveness) χορήγησης ακριβών φαρμάκων σε ηλικιωμένους πάσχοντες από άνοια. Η προσέγγιση της θεραπευτικής στρατηγικής με όρους cost-effectiveness, a priori λειτουργεί εις βάρος των πιο ηλικιωμένων. Στην εν αναμονή επισήμου χρεοκοπίας χώρα μας βάσιμα μπορεί να υποθέσει κανείς ότι η κατάσταση θα επιδεινωθεί δραματικά τα επόμενα χρόνια. Οι γυναίκες από την Ανατολική Ευρώπη στις οποίες είχαμε αναθέσει την φροντίδα των γερόντων μας θα αρχίσουν να φεύγουν, γιατροί και νοσηλεύτριες στα όποια νοσοκομεία απομείνουν με περισσότερο μειωμένες τις αποδοχές τους και χαμηλό ηθικό θα γίνονται πιθανώς όλο και πιο αδιάφοροι και τα ανήμπορα γερόντια με τις ψαλιδισμένες μέχρι ανυπαρξίας συντάξεις, όλο και πιο βαρύ άχθος για τις οικογένειες τους.
Ας σκεφτούμε λίγο το θέμα αυτό και ας δείξουμε λίγη περισσότερη ανθρωπιά. Περνάει από το χέρι μας.
ΠΈΜΠΤΗ, 9 ΙΟΥΝΊΟΥ 2011
Εκβιαστικά διλήμματα-Διχαστική ρητορεία: Δύο όψεις ενός Νομίσματος
Κουβεντιάζαμε καιρό τώρα για την κατάσταση ιδιότυπης καταθλιπτικής καταπληξίας στην οποία είχε περιέλθει η ελληνική κοινωνία από την περσινή άνοιξη παρακολουθώντας με δέος την κρίση δανεισμού του ελληνικού κράτους που οδήγησε στην υπογραφή της δανειακής σύμβασης με την τρόϊκα και του μνημονίου και τις πολιτικές που έκτοτε ακολούθησαν βυθίζοντας την οικονομία σε βαθιά ύφεση. Έκρηξη της ανεργίας, χρεοκοπίες επιχειρήσεων, λουκέτα, κατεδάφιση εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων, περιστολή του όποιου κοινωνικού κράτους υπήρχε και κυρίως βαθύ αίσθημα ανασφάλειας για το μέλλον συνθέτουν το «οικοσύστημα» της μετά μνημόνιο εποχής. Οι πολίτες αρχικά αιφνιδιασμένοι, ακολούθως ενοχικοί (εν μέρει δικαιολογημένα), μπερδεμένοι και φοβικοί ή βουβά οργισμένοι έμοιαζαν να έχουν περάσει από την χαζοχαρούμενη καταναλωτική αμεριμνησία της προηγούμενης δεκαετίας σε μια κατάσταση πολιτικής αφασίας με υποδόρια συσσώρευση αγανάκτησης (κάτι σαν απόστημα). Νομίζω όμως, ότι εδώ και λίγο καιρό η ελληνική κοινωνία αφυπνίζεται. Δεν είναι μόνο οι αγανακτισμένοι στις πλατείες (που δεν είναι θέμα του παρόντος σημειώματος), είναι οι παθιασμένες αντιπαραθέσεις απόψεων στο διαδίκτυο, η ολική επαναφορά της πολιτικής στις εναγώνιες συζητήσεις στους χώρους εργασίας αλλά και στις συντροφιές. Είναι δε, σχεδόν ειρωνεία, το γεγονός ότι η πολιτική επιστρέφει στο προσκήνιο τη στιγμή που αποχωρεί από αυτό σχεδόν αύτανδρο το πολιτικό προσωπικό της χώρας. Έχετε αλήθεια προσέξει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτικών προσώπων απέχει από την έκφραση δημοσίου λόγου και μάλιστα εδώ και καιρό, πολύ πριν την έναρξη των συγκεντρώσεων των αγανακτισμένων; Δεν είναι μόνο ότι φοβούνται τις αντιδράσεις του κόσμου (που πάντως συχνά είναι ακραίες και οχλοκρατικές), είναι κυρίως ότι δεν έχουν τι να πουν, δεν έχουν άποψη, είναι οι περισσότεροι μικροί και παντελώς ανεπαρκείς. Το κενό δε, των πολιτικών στο δημόσιο λόγο φαίνεται πως καταλαμβάνουν οι εσχάτως αφυπνισθέντες «μνημονιακοί» και «αντιμνημονιακοί» διανοούμενοι και πανεπιστημιακοί.
Όλα αυτά πιθανότατα είναι σημεία υγείας. Ο κίνδυνος βρίσκεται αλλού: η κοινωνική αφύπνιση και η εκ νέου πολιτική συνειδητοποίηση των πολιτών γίνεται αντιληπτή και γίνονται λυσσαλέες προσπάθειες βίαιης χειραγώγησης της. Εξηγούμαι: Ένα μάλλον μικρό ποσοστό των ελλήνων πολιτών ασπάζονται τη επιχειρηματολογία της κυβέρνησης (ή τέλος πάντων όσων από τους κυβερνητικούς παραμένουν στοιχισμένοι στην επίσημη γραμμή) και ορισμένων ΜΜΕ (κυρίως του ομίλου Αλαφούζου) ότι ο δρόμος του μνημονίου ή τώρα του μεσοπρόθεσμου είναι μονόδρομος (http://www.blog.gr/article.php?id=35253&category_id=2), ένα μάλλον μεγαλύτερο πλέον, αλλά όχι, κατά την εκτίμηση μου πλειοψηφικό, τμήμα των ελλήνων πολιτών βρίσκονται σε σκληρή αντιμνημονιακή γραμμή , θεωρούν ότι γίνεται μεθοδευμένο ξεπούλημα της χώρας και εσχάτως ασπάζονται ότι πρέπει να γίνει στάση πληρωμών και επιστροφή στη δραχμή ( http://www.axortagos.gr/blogs/taxalia/67-akadimaikoi-zitoun-katangelia-tou-mnimoniou-kai-stasi-pliromon.html ), ενώ η πλειοψηφία, εκτιμώ, του ελληνικού λαού στέκεται προβληματισμένη και ανήσυχη κάπου στη μέση, αναγνωρίζοντας βάσιμα επιχειρήματα στις αιτιάσεις και των δύο πλευρών και αναζητώντας ένα δρόμο που δεν θα ισοπεδώνει οικονομικά και κοινωνικά την χώρα όπως γίνεται από τις «μνημονιακές» πολιτικές, χωρίς να εξέλθει η χώρα από την ευρωζώνη βυθιζόμενη στην βαλκανική της μιζέρια και κακοδαιμονία. Αυτήν την προβληματισμένη, αλλά όχι πια σιωπηλή πλειοψηφία, προσπαθούν οι φανατικοί των δύο αντιμαχόμενων πλευρών να την ρυμουλκήσουν με το μέρος τους, μη φειδόμενοι κανενός μέσου.
Οι κυβερνητικοί σπεκουλάρουν με τη γελοία ιδέα του δημοψηφίσματος (copyright πρόεδρος ΣΕΒ χωρίς βιομηχανία), με ποιο άραγε ερώτημα (ναι ή όχι στο ευρώ ή μήπως ναι ή όχι στο μεσοπρόθεσμο-μνημόνιο 2, αν έχουν τα κότσια), ώστε με το φόβο της στάσης πληρωμών με διακοπή πληρωμής συντάξεων και μισθών να σύρουν το λαό σε παροχή πολιτικής νομιμοποίησης της κυβερνητικής πολιτικής χωρίς εκλογές, και από τηλεοράσεις, ραδιόφωνα και εφημερίδες λοιδορούν όποιον έχει διαφορετική άποψη στην καλύτερη περίπτωση ως έξαλλο, παλαβό και ανεύθυνο και στην χειρότερη ως πληρωμένο κονδυλοφόρο, όσων έχουν ποντάρει υπέρ της χρεοκοπίας της χώρας. Δημοκρατία και πολιτική νομιμοποίηση, κύριοι, δεν είναι να κάνεις δημοψηφίσματα με ερωτήματα που έχεις διατυπώσει όπως σε εξυπηρετούν για να πάρεις εκβιαστικά την απάντηση που θέλεις. Αν θέλετε, πέστε την αλήθεια (ή έστω την αλήθεια σας), τις προτάσεις σας, να πουν και οι άλλοι τις δικές τους και κάντε εκλογές.
Η άλλη, δε, πλευρά των σκληρών αντιμνημονιακών, έχει το τελευταίο διάστημα (ενθαρρυνόμενη και από τους αγανακτισμένους) κλιμακώσει την ρητορική της μιλώντας για δοσιλογισμό, για «Τσολάκογλου», για «έμμισθους broker» για προδότες ή ηλιθίους (και όχι μόνο πολιτικούς αλλά και πολίτες που εκφράζονται υπέρ της ανάγκης υιοθέτησης της πολιτικής του μνημονίου).
Και οι δύο πλευρές διεκδικούν το απόλυτο μονοπώλιο του πατριωτισμού, καλλιεργώντας (άθελα τους μερικοί) έναν επικίνδυνο πιθανό νέο εθνικό διχασμό.
Διαφωνώ με τον μονόδρομο του μνημονίου και θα εξηγήσω παρακάτω γιατί, αλλά κατανοώ, προσπαθώ να κατανοήσω τον τρόπο σκέψης των πολιτών με τους οποίους διαφωνώ.
Υπάρχουν, λοιπόν, στην χώρα αυτή πολλοί συμπολίτες μας (οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι, νομίζω εξίσου πατριώτες με όλους μας, και κάποιοι γράφουν και σε αυτό το ιστολόγιο), οι οποίοι πάνω-κάτω πιστεύουν τα κάτωθι: η χώρα από την μεταπολίτευση και μετά οδηγήθηκε σε ένα κρατικίστικο, αντιπαραγωγικό οικονομικό μοντέλο, καταλύθηκε κάθε έννοια ιεραρχίας στη δημόσια διοίκηση, οι υπερβολές του "εκδημοκρατισμού" υποβάθμισαν τα πανεπιστήμια, ο κομματικός και συντεχνιακός συνδικαλισμός και οι πελατειακές πρακτικές των κομμάτων υπερφόρτωσαν στενό δημόσιο τομέα και ΔΕΚΟ, ο δανεισμός του δημοσίου ξέφυγε από κάθε έλεγχο, πακτωλοί κοινοτικών επιδοτήσεων κατευθύνθηκαν στην κατανάλωση και όχι σε υποδομές, η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, η παραγωγή και οι εξαγωγές έπεφταν και όλοι εμείς συνεχίζαμε αμέριμνοι την στηριγμένη σε δανεικά κατανάλωση, καθώς και την μικροδιαφθορά μας λαδώνοντας για να κάνουμε την δουλειά μας (π.χ. το μικροαυθαίρετο μας) και λαδωνόμενοι, όποτε μπορούσαμε. Αυτοί οι άνθρωποι πιστεύουν, ότι τώρα απλώς ήρθε η ώρα του λογαριασμού και πρέπει να πληρώσουμε, πιστεύουν ότι η παγκόσμια οικονομική κρίση ήταν η αφορμή και όχι η αιτία για την όξυνση της δικής μας κρίσης χρέους, πιστεύουν ακόμη ότι μπορεί το μνημόνιο και η δανειακή σύμβαση να περιέχουν όρους επαχθείς και μειωτικούς για την εθνική μας αξιοπρέπεια και κυριαρχία, αλλά ότι αφού περιήλθαμε σε θέση αδυναμίας (επαιτείας με άλλα λόγια), και με δική μας ευθύνη κυρίως, δεν μπορούμε παρά να δεχθούμε τους όρους των δανειστών μας, οι οποίοι μάλιστα για να πείσουν τα δικά τους κοινοβούλια και κοινή γνώμη για την ανάγκη στήριξης με δάνεια των "άσωτων" ελλήνων, πρέπει να δείξουν ότι επιβάλλουν σκληρούς όρους και μας "συνετίζουν" . Τέλος, πιστεύουν ότι αφού η χώρα και οι πολίτες της κατάφεραν και με θυσίες και με πολιτικές επιλογές να ενταχθεί η χώρα στην ευρωπαϊκή ένωση και μάλιστα στη ζώνη του ευρώ μαζί με τις κατά τεκμήριο πιο δημοκρατικές, προοδευμένες και ευημερούσες χώρες του πλανήτη, πρέπει πάση θυσία να προσπαθήσουμε να μείνουμε σε αυτό το κλαμπ, και άρα εν προκειμένω να κάνουμε αυτά που οι ευρωπαίοι λένε ότι πρέπει να κάνουμε.
Εγώ, ενώ μπορεί να συμφωνώ με κάποιες από τις διαπιστώσεις τους, διαφωνώ με τους ανθρώπους αυτούς, ως προς την συνολική εικόνα του τι έχει συμβεί και φθάσαμε ως εδώ, αλλά και ως προς το τι δέον γεννέσθαι. Πιστεύω, ότι η κρίση που ζούμε οφείλεται, πέραν των δικών μας δομικών προβλημάτων και αβελτηριών, κυρίως σε προβλήματα αρχιτεκτονικής και ελλειπούς θεσμικής θωράκισης του κοινού νομίσματος που καθιστούν τα πιο αδύναμα μέλη του, και ίσως όχι μόνο αυτά, ευάλωτα σε επιθέσεις των διεθνών κερδοσκοπικών funds και ραντιέρηδων, που αφού αφέθηκαν παντελώς ανεξέλεγκτοι δημιούργησαν πρωτοφανείς στην ανθρώπινη ιστορία φούσκες πήραν ιλιγγιώδη bonus και όταν οι φούσκες έσκασαν μεταβίβασαν τις ζημιές τους στα κράτη, εξακοντίζοντας τα κρατικά χρέη και προκαλώντας πρωτοφανή παγκόσμια οικονομική κρίση. Η απουσία πολιτικής ενοποίησης, κοινών οικονομικών και φορολογικών πολιτικών, και η έλλειψη πολιτικών ηγετών βεληνεκούς στην ευρωζώνη, την καθιστούν συνολικά και ειδικά εμάς, ευάλωτη στην κρίση αυτή δανεισμού και εξυπηρέτησης των κρατικών χρεών. Για αυτό το λόγο, το πρόβλημα αφορά και την Πορτογαλία, και την Ιρλανδία και αύριο την Ισπανία, μεθαύριο την Ιταλία και μετά ποιος ξέρει ποιον. Πιστεύω ακόμη, ότι η θεραπεία που μας προτείνεται μέχρι στιγμής επιδεινώνει αντί να βελτιώνει την κατάσταση, οι συνταγές αυτές του νεοφιλελευθερισμού εφαρμόσθηκαν σε άλλες χώρες (Λατινική Αμερική, ΝΑ Ασία) με καταστροφικά οικονομικά και ισοπεδωτικά κοινωνικά αποτελέσματα. Πιστεύω επίσης, πως η δανειακή σύμβαση που μας επεβλήθη είναι μειωτική της εθνικής μας κυριαρχίας, οι διαδικασίες που την επέβαλαν αντισυνταγματικές, ότι ο ελληνικός λαός συνειδητά παραπλανήθηκε προεκλογικά με το «λεφτά υπάρχουν» και συνεπώς πέραν της αντισυνταγματικότητας , που μπορεί και να αμφισβητηθεί, υπάρχει ξεκάθαρο ζήτημα πολιτικής νομιμοποίησης όλου του σκηνικού και της πορείας από το μνημόνιο και μετά. Πιστεύω, ότι δεν εξισώνονται ούτε οι ευθύνες για τις επιλογές, ούτε η διαφθορά των πολιτών με αυτές των πολιτικών προσώπων και ότι δεν μπορεί το πολιτικό σύστημα χωρίς καμία διαδικασία αυτοκάθαρσης να απαιτεί από το σύνολο των πολιτών θυσίες. Πιστεύω, ότι κράτη, πολιτικοί και οικονομικοί εταίροι δεν μπορεί να επιβάλλουν το ένα στο άλλο όρους εθνικής υποτέλειας και εξευτελισμού. Τέλος, πιστεύω, ότι η Ελλάδα συνιστά συστημικό πρόβλημα για την οικονομική σταθερότητα της Ευρώπης και ίσως όχι μόνο, και άρα μπορεί και πρέπει να διαπραγματευθεί και να επιτύχει συνολικές λύσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, λύσεις πολιτικής αλληλεγγύης και σεβασμού και οικονομικής ανάπτυξης, προχωρώντας ταυτόχρονα μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό της, μεταρρυθμίσεις μετά από δημοκρατική έγκριση και όχι προϊόντα εκβιασμού.
Αυτά πιστεύω και διαφωνώ με τους συμπολίτες μου που υιοθετούν είτε από ιδεολογία, είτε γιατί δεν βλέπουν άλλη εναλλακτική, τις πολιτικές του μνημονίου.
Δεν θεωρώ όμως τους συμπολίτες αυτούς, ΟΥΤΕ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΟΥΤΕ ΗΛΙΘΙΟΥΣ. Δεν θεωρώ, επίσης τον εαυτό μου περισσότερο πατριώτη από τους άλλους. Δεν χρειαζόμαστε άλλο διχασμό. Ας κρίνουμε και ας αποδομούμε τις απόψεις. Μπορούμε να το κάνουμε χωρίς εμπρηστικούς χαρακτηρισμούς για τα πρόσωπα και τις εικαζόμενες προθέσεις τους. Αυτή νομίζω, ότι είναι η ουσία του δημοκρατικού διαλόγου που προϋποθέτει σεβασμό στην άλλη άποψη και τον φορέα της (ζητώ συγγνώμη για το διδακτισμό).
Υ.Γ. Ευχαριστώ για την υπομονή του αναγνώστη που διάβασε αυτό το μακροσκελές κείμενο.
ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ, 3 ΙΟΥΝΊΟΥ 2011
H ευκαιρία της κρίσεως
Τις τελευταίες ημέρες διεξάγονται πολλές συζητήσεις για το κίνημα των «αγανακτισμένων» στους οποίους καταλογίζεται; πιστώνεται; ότι εκτός από σαφές ιδεολογικό στίγμα και προτάσεις στερούνται και ηγεσίας. Πολύ δε, προ της εμφάνισης των «αγανακτισμένων » στις πλατείες, μεγάλη συζήτηση γινόταν και γίνεται για την έλλειψη πολιτικών ηγετών του βεληνεκούς που η ιστορική συγκυρία απαιτεί σε Ελλάδα και Ευρώπη. Αναδημοσιεύω εδώ, αυτούσιο, ένα άρθρο του Στέλιου Ράμφου (ενός από τους σημαντικότερους, φρονώ, εν ζωή έλληνες διανοητές) σχετικό με το θέμα της ηγεσίας και μάλιστα εν καιρώ κρίσης.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο protagon.gr στις 30/05/2011.
http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.kinhma-10&id=7109
Η ευκαιρία της κρίσεως
του Στέλιου Ράμφου
Στοίχημα κάθε αντιξοότητας είναι να γίνει ευκαιρία. Το κερδίζουν όσοι προηγούνται του εαυτού τους και ξεκινούν από μέσα τους για να πιάσουν την άκρη του μέλλοντος στο κουβάρι του παρόντος. Όποιος προηγείται του εαυτού του μπορεί να τον παρατηρεί σαν τρίτος και να τον περιλαμβάνει αυτονόητα σε κάθε σχέδιο αλλαγής των πραγμάτων. Αυτός έχει στόφα ηγέτη και όπως οι κρίσεις οφείλονται σε έλλειμμα ηγετικό, όταν τούτο καλυφθεί, καλύπτονται όλα τα άλλα ελλείμματα. Η απαξίωση του συνόλου του πολιτικού συστήματος δείχνει πως η χώρα μας περιμένει ηγέτη.
Αν και προϊόν των περιστάσεων, ο ηγέτης βοηθά το χρόνο να κυοφορήσει , να γεννήσει και να ξαναγεννηθεί. Είναι ο επιβήτορας και η μαμή του χρόνου και με τις ιδιότητες αυτές υποστηρίζει την τύχη του. Αρετή έχει την αυτοσυνείδηση. Εκείνη του μαθαίνει τα όριά του και τον προστατεύει από την ψευδαίσθηση μιας αυτάρκειας η οποία εν ονόματι της υστεροφημίας τείνει να τον κάνει εξάρτημα της μηχανής του χρόνου. Εκεί που δεν κρεμόταν από τη σκέψη του ακόμη και όταν σκεπτόταν, τώρα φτάνει να νομίζει ότι σκέφτεται και όταν δε σκέφτεται τίποτα.
Ο ηγέτης αρθρώνει όσα θα ήθελε άναρθρα η ομάδα. Ανοίγει δρόμο στα όνειρά της και αλλάζει τον τρόπο που τα ζει, κάνοντάς την να σκέφτεται, όταν τα βλέπει, πως είναι όνειρα και πρέπει να κάνει κάτι για αυτά. Ανακαλύπτει, δηλαδή, την ιδέα του μόνος του και μαζί της βρίσκει τη δύναμη να ξεπερνά τους περιορισμούς του εαυτού, του παρελθόντος και του περιβάλλοντος. Μπορεί έτσι να περιγράφει κοινούς σκοπούς στην ομάδα, να της προσφέρει ταυτότητα και αυτοπεποίθηση στην αποστολή όπου την καλεί και να γυρνά ενωτικά ένα ισχυρότατο ανεξέλεγκτο συναίσθημα, το οποίο μετέωρο είτε υπολογιστικό καταλαβαίνει μόνο την αυτοκαταστροφική διάσπαση.
Με λόγια των σαμουράι: «ο ηγέτης νικά πρώτα και κατόπιν πολεμά». Άτομο που αντιλαμβάνεται ταχύτατα και αποφασίζει σταθερά, ο ηγέτης ξέρει να επιλέγει συνεργάτες και να τους ακούει. Όμως στην περίπτωσή του ο δείκτης υψηλής φυσικής νοημοσύνης χρειάζεται τη συναισθηματική νοημοσύνη της ωριμότητας. Η συναισθηματική νοημοσύνη εμποδίζει το ακαταλόγιστο της θέλησης να δικαιωθεί στην παραζάλη της μάχης και η μέθη της επιβολής να σκοτίσει τη συνείδηση. Τα βιώσαμε στην Ελλάδα κατά την πτώση της απριλιανής δικτατορίας, οπότε η γενιά του Πολυτεχνείου με την υπεροψία ενός νικητή που δεν ενδιαφέρθηκε να σκεφτεί τη νίκη του, εξαργύρωσε βιαστικά το επίτευγμα, με τα σύμβολα και τα προνόμια της εξουσίας. Χωρίς στοιχειώδη εφόδια η γενιά τούτη η οποία κυβερνά ως σήμερα, ακολούθησε με ασύνειδη μακαριότητα το δρόμο του λαϊκισμού, υποδαύλισε ένα πνεύμα εμφυλίου πολέμου και οδήγησε τον τόπο στη σημερινή κατάντια. Ήταν ίσως το μόνο που μπορούσε να κάνει με μια σκέψη βγαλμένη από την ιδεολογική παράνοια.
Η ιδεολογία που έφερε αναδρομικά το εμφυλιακό μένος ως περιεχόμενο της πολιτικής σε ειρηνική περίοδο, τροφοδότησε φαντασιώσεις ‘’απελευθερώσεων΄΄ οι οποίες συγκάλυψαν χρόνια νοσήματα, όπως η βαθύτατη αδιαφορία του μέσου Έλληνα για ό,τι σχετίζεται με την κατηγορία των κοινών αγαθών, την καθαριότητα, ας πούμε, των δρόμων, τη δημόσια εκπαίδευση και υγεία ή τα δημόσια οικονομικά. Κολλημένος σε όσα του ανήκουν, ο Ρωμιός διατηρεί και αναπαράγει την ψυχολογία μικρού παιδιού, το οποίο βρίσκει ασφάλεια, όχι όμως και ενηλικίωση, στην πατρική προστασία του κρατισμού, του κομματικού- συντεχνιακού συστήματος και της διαπλοκής με τους εκάστοτε κυβερνώντες.
Οι λαϊκίστικοι παληκαρισμοί της μεταπολίτευσης διαθέτουν βαθύτερα ερείσματα στη διχαστική ροπή που δηλητηριάζει τη συλλογική μας ψυχή. Δύσκολα θα ακούσεις στις συντροφιές καλό λόγο για απόντα, σαν να μειώνει η όποια αξία του τη δική μας εικόνα στα μάτια των άλλων, ενώ στην πραγματικότητα απειλούμαστε από τον παιδικό εαυτό μας.
Υπάρχει ωστόσο και κάτι πιο κρίσιμο: η μυθική πίστη στο υπέρλογο διαπερνά τη σκέψη μας και απωθεί τα έλλογα κριτήρια με την καθολικότητά τους, περιορίζοντάς τα σε υπολογιστική εξυπηρέτηση των γενικών επιδιώξεων που αρκούνται στην (κουτο)πονηριά. Μηδενίζουμε τον άλλο ηθικά και τον αποκλείουμε μόνο και μόνο επειδή είναι διαφορετικός άλλος, με τίμημα το μόνιμο κοινωνικό κατακερματισμό και την εκ προοιμίου αντιπαλότητα.
Ο πολυκέφαλος διαρκής εμφύλιός μας πόλεμος, δείχνει απουσία πνευματικής ανεξαρτησίας που υποδαυλίζει τη μελαγχολία της νοσταλγίας και την αισιοδοξία των αποκαλύψεων. Εδραιώνει την κοντή μνήμη η οποία δεν αφήνει να μαθαίνουμε από τα παθήματα, καλλιεργεί τις αυταπάτες της ‘’χαρισματικής’’- εννοείται άκοπης επάρκειας και απαγορεύει να αναλάβουμε ευθύνες ως πολίτες.
Μια κοινωνία μπορεί να ελπίζει όταν έχει επίγνωση πως τα ελεύθερα στις επιλογές τους άτομα είναι και υπεύθυνα για τις πράξεις τους. Αλλιώς τη θέση του μέλλοντος παίρνει η μεγαλομανία, ένα είδος παιδικής αυταρέσκειας. Τυχαία, άραγε, φτάσαμε από τις κωμωδίες των αγαθών ψυχών που επέμεναν να είναι κάτι άλλο από τον εαυτό τους, στη σουρρεαλιστική διάλυση των πάντων με τον Βέγγο; Στο πρόσωπο του τελευταίου ο Ρωμιός δεν τρέχει απλώς να βολέψει καταστάσεις με τις φαντασιώσεις του. Τρέχει και δεν φτάνει, ακριβώς γιατί δίνει στο βόλεμα εσχατολογικές διαστάσεις. Πληρώνει έτσι την ασυνειδησία του χρόνου και την αδυναμία του να ανοίξει στην πίστη χώρο για τη λογική και για την προσπάθεια που αυτή ζητάει.
Τα εξωτερικά δεδομένα είναι το ορατό πεδίο της μάχης. Ο ηγέτης πρέπει, επί παραδείγματι, να δώσει κατεύθυνση στη διάχυτη δυσαρέσκεια των ‘’αγανακτισμένων’’ με το αίτημα να ακουστούν και να συζητηθούν επίσημα οι αντιρρήσεις τους και ταυτοχρόνως να πολεμά τον κόσμο των νοοτροπιών που κρύβονται πίσω από την ηθογραφία. Οφείλει να συνδυάζει τη διαίσθηση με κατανόηση ελεύθερη από ιδεολογικές προκατασκευές. Να γνωρίζει πως ο Ρωμιός ταυτίζει την αλήθεια με την εμπιστοσύνη και για αυτό τον εξαπατούν εύκολα. Αν οι επιτήδειοι κερδίζουν την εμπιστοσύνη του με καλά λόγια, αυτός πρέπει να του εμπνέει εμπιστοσύνη με το δικό του παράδειγμα.
Ο ηγέτης αφυπνίζει δυνάμεις δημιουργώντας ευκαιρίες και στις πιο ζοφερές κρίσεις, τότε που η υγεία της κοινωνίας κλονίζεται. Στην περίπτωσή μας αρρώστεια είναι η μερικότητα ως ιδιοτελής διαίρεση και σε βαθύτερο επίπεδο η δυσκολία μας να μπούμε στη θέση του άλλου με τον οποίο μοιραζόμαστε τον κόσμο. Στο χάσμα μεταξύ του Εγώ και του άλλου φουντώνουν οι διασπαστικές παρενέργειες του συναισθήματος με τις λογικές και τις συμπεριφορές τους. Η αντίληψη της ενότητας ως ταυτότητας ματαιώνει κάθε προσδοκία σύνθεσης, καθώς αναγνωρίζει μόνο τη σύμφωνη γνώμη και τη μίμηση. Χωρίς Εσύ δεν υφίσταται Εγώ αλλά και χωρίς εαυτό η υποκειμενικότητά μου εξανεμίζεται- ταυτότητα βρίσκω εκτός μου: στην οικογένεια, τον τόπο, τη θρησκευτική κοινότητα, το πολιτικό κόμμα, τη συντεχνία, ακόμα και τη ποδοσφαιρική ομάδα. Ο ηγέτης κόβει τους κόμπους της μερικότητας με τη δύναμη του καθολικού σκοπού τον οποίο διεκδικεί ως ενεργό υποκείμενο με τους συναγωνιστές του.
Το υποκείμενο δεν υπάρχει μόνο του, για λογαριασμό του: είναι στον εαυτό του παρόν, με συνείδηση των δυνατοτήτων του, έξω από την ψευδαίσθηση της αυτάρκειας. Δεν υφίσταται εσωτερικότητα χωρίς εξωτερικότητα. Υπάρχουμε πραγματικά μέσα από κάθε τι που μας βγάζει από την κλεισούρα. Αυτοσυνείδηση δεν είναι να κάνουμε να στρεφόμαστε μέσα μας. Είναι να μάθουμε να νιώθουμε υπεύθυνοι όχι μόνο για το δικό μας αλλά και για τον άγνωστο άλλο, όχι μόνο για την ιδιοκτησία μας αλλά και για την πολιτεία. Σε αυτή την περίπτωση δεν αρκεί απλώς να πράττουμε αλλά κυρίως να καταλάβουμε πως για να δώσει καρπό η πράξη μας χρειάζεται την αλήθεια.
*Ο Στέλιος Ράμφος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1939. Φιλόσοφος, πανεπιστημιακός, συγγραφέας δοκιμίων. Σπούδασε στη Νομική Αθηνών και συνέχισε στο Παρίσι σπουδάζοντας Φιλοσοφία. Δίδαξε στο Πανεπιστήμιο της Βενσέν. Το πλούσιο και πολυσυζητημένο συγγραφικό του έργο περιστρέφεται γύρω από τον μαρξισμό, την οικουμενικότητα του ελληνικού πολιτισμού και τους συσχετισμούς της σύγχρονης πνευματικής δημιουργίας με την ελληνορθόδοξη παράδοση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου