14 Αυγ 2013

Iστολογώντας...

Πρόσφατα μου ζητήθηκε -για λογαριασμό της εφημερίδας Ελευθεροτυπία- να απαντήσω σε ορισμένα ερωτήματα, σε σχέση με τις εμπειρίες μου, που αφορούν τη διαχείριση του παρόντος ιστολογίου. Οι απαντήσεις δημοσιεύθηκαν ως μία κοινή (με τρεις ακόμη μπλόκερ) συνέντευξη  στο φύλλο της εφημερίδος της 10/08/2013.




Είναι πράγματι μια επανάσταση στην επικοινωνία και την ενημέρωση η μπλοκόσφαιρα ή συνέβαλε στην παραπληροφόρηση;

Το ένα δεν αναιρεί το άλλο! Θα έλεγα δε ότι ισχύουν και τα δύο. Από την άλλη πλευρά, παραπληροφόρηση, συνωμοσιολογία, προπαγάνδα υπήρχαν πάντα, και μάλιστα χωρίς τις πρωτόφαντες δυνατότητες και ελευθερίες έκφρασης, πληροφόρησης και επικοινωνίας που δίνει το διαδίκτυο. Αν υπάρχει ισοζύγιο, είναι, κατά τη γνώμη μου, θετικό.

Τι ιδιαίτερο θεωρείτε ότι προσέφερε στον αναγνώστη/ θεατή ο δικός σας ιστότοπος;

Αυτή την απάντηση μπορεί να την δώσει μόνο ο αναγνώστης, και μάλιστα ο καθένας από τη σκοπιά του. Γράφω μόνο όταν έχω κάτι να πω και το εκφράζω με ειλικρίνεια και χωρίς φανατισμό. Προσέχω τη γλώσσα που χρησιμοποιώ, «βασανίζω» τα επιχειρήματα μου, δεν γράφω για να κολακέψω τις απόψεις κάποιου ακροατηρίου με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά.
Μετά από χρόνια εμπειρίας και πειραματισμών  στο διαδίκτυο, τι είναι αυτό που σας ενοχλεί περισσότερο;

Η χυδαιότητα που εκδηλώνεται ως «κουτσαβακισμός» της ανωνυμίας.

8 Αυγ 2013

Είναι η Ελλάδα μια «κανονική» χώρα;


Η εποχή μας θυμίζει έντονα την παρακμή της αρχαίας ελληνικής πολιτείας: εξακολουθεί να λειτουργεί , ωστόσο δεν πείθει κανέναν. ...Τραγική επειδή χάνεται, κωμική επειδή συνεχίζει.

     Soren Kierkegaard (Δανός φιλόσοφος, 1813-1855)

   Με την ανωτέρω εξαιρετικά επίκαιρη αποστροφή του σημαντικού Δανού φιλοσόφου ξεκινά την πολύ ενδιαφέρουσα βιβλιο-κριτική της η Μαρία Τοπάλη για μια συλλογή κειμένων του Κierkegaard υπό τον τίτλο «Το κεντρί της ύπαρξης», που εκδόθηκαν πρόσφατα από τις εκδόσεις Κέδρος.
«...Tραγική επειδή χάνεται, κωμική επειδή συνεχίζει...». Η φράση τριγύριζε ώρα στο μυαλό μου, μετά την απογευματινή ποδηλατάδα στην παραλία και το κέντρο της Νέας Μάκρης. Δεν ήταν τα γεμάτα κόσμο -στην ευλογημένη θερινή του ραστώνη- παραλιακά εστιατόρια, καφέ, ουζερί που είχαν τραβήξει την προσοχή μου, δεν ήταν οι κραυγαλέες αυθαιρεσίες και η άναρχη δόμηση που καταλαμβάνουν το παραλιακό μέτωπο της Ανατολικής Αττικής, δεν ήταν η θλιβερής αισθητικής και επιθετικής προπέτειας πινακίδες και μαρκίζες που βεβηλώνουν την όψη της ιστορικής διαδρομής του κλασσικού μαραθωνίου, δεν ήταν, τέλος, τα κουφάρια των κλειστών καταστημάτων που χάσκουν ως σιωπηλοί μάρτυρες του οριστικού τέλους  των ψευδαισθήσεων της καταναλωτικής αμεριμνησίας. Ήταν εκείνο το γραφείο που έστεκε θαλερό μέσα στο «βομβαρδισμένο» εμπορικό κέντρο της παραλιακής κωμόπολης: «Γραφείο Διεκπεραίωσης Συνταξιοδοτικών Υποθέσεων»